Υγεία και ασθένεια: αρρώστιες, θεραπεία, θρησκευτική και επιστημονική ιατρική
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΑ
α. Οι αρρώστιες (εικ.1).
Εικ.1
Η αρχαία κοινωνία υπέφερε, όπως είναι φυσικό, από όλες τις αδιαθεσίες, αρρώστιες και αναπηρίες που μας ταλαιπωρούν και σήμερα. Πρώτα απ’ όλα, όπως και σήμερα, οι υγιείς άνθρωποι προκαλούσαν αδιαθεσίες και επιβαρύνσεις στον εαυτό τους με τον κακό τρόπο ζωής που έκαναν. Και τότε π.χ. οι γιατροί συμβούλευαν τους παχύσαρκους να αδυνατίσουν (εικ.2Α) με δίαιτα και γυμναστική για να διατηρήσουν ή να ξαναβρούν την υγεία τους1. Η κραιπάλη και το πολύ κρασί ταλαιπωρούσε επίσης πολλούς (εικ.2Β, όπως δείχνει η σκηνή συμποσιαστή που προσπαθεί να κάνει εμετό σε κύλικα του 5ου π.Χ. αιώνα). Αλλά και ο πόλεμος, η απροσεξία και οι επικίνδυνες δουλειές προξενούσαν συχνά πληγές και κατάγματα, τα οποία απαιτούσαν σε πολλές περιπτώσεις μακρά και επίπονη αγωγή (εικ.2Γ: Ο Αχιλλέας εικονίζεται να δένει με επίδεσμο πληγή στο αριστερό μπράτσο του Πατρόκλου σε κύλικα του 500 περίπου π.Χ. στο Βερολίνο).
Ως προς τις πραγματικές ασθένειες, διαπιστώνει κανείς ότι όλες περίπου αναφέρονται από τους αρχαίους2. Ο κλάδος της παλαιοπαθολογίας, που ανα-πτύχθηκε ιδιαίτερα πρόσφατα, αντλεί από την μελέτη των οστών των νεκρών της αρχαιότητας πολύτιμες σχετικές πληροφορίες. Εκ γενετής ή επίκτητες δυσμορφίες, ρευματισμοί και σκολιώσεις ήταν φαίνεται αρκετά διαδεδομένες. Παραδίδεται π.χ. ότι ο Περικλής (εικ.2Δ) είχε μια τέτοια ανωμαλία στο κεφάλι, το οποίο ήταν εξογκωμένο προς τα πίσω (γι’ αυτό οι κωμικοί ποιητές αποκαλούσαν τον στρατηγό σχινοκέφαλο).
Εικ.2
Ο Πλούταρχος λέγει ότι γι’ αυτό το λόγο οι καλλιτέχνες πάντα τον έφτιαχναν στα πορτρέτα του να φοράει κράνος, για να κρύβεται η ανωμαλία, ώστε να μην γελοιοποιείται3. Η τέχνη στους ελληνιστικούς πάντως χρόνους, κατά τους οποίους άνθησε ένα ρεαλιστικό ρεύμα, βρήκε για την κατηγορία αυτή των ανωμαλιών χαρακτηριστική την εικόνα της κύφωσης, δηλαδή του καμπούρη (εικ.3Α-Γ), που συνδυαζόταν μερικές φορές με την εικόνα του νάνου (εικ.3Δ και Η). Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρχε η πίστη, και όχι μόνο στην Ελλάδα, ότι οι καμπούρηδες φέρνουν ευτυχία. Εκτός από τους καμπούρηδες συναντούμε όμως σχετικά και περιπτώσεις όπου αποδίδονται πιο καθημερινές παθήσεις, όπως είναι οι σκολιώσεις από αρθρίτιδα και η οστεοπόρωση, στην προχωρημένη ιδίως ηλικία (εικ.3Ε-Ζ). Γνωστά και πιο επικίνδυνα, αν και πολύ πιο περιορισμένα από σήμερα, ήταν και τα νεοπλάσματα. Από επιγραφή του 3ου μ. Χ. αι. στην Επίδαυρο (εικ.4) μαθαίνουμε ότι ένας προσκυνητής από τη Σινώπη θεραπεύτηκε στο Ασκληπιείο από καρκίνον του ωτός4. Αλλά και οι άλλες γνωστές παθολογικές διαταραχές τεκμηριώνονται από τα κείμενα, όπως η αναιμία και ο διαβήτης.
Εικ.3
Εικ.4
Από τα επιδημικά νοσήματα φυσικά η γρίπη, ο κοκκύτης και η πνευμονία απασχόλησαν από νωρίς τους γιατρούς. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός περιστατικού που συνέβη γύρω στο 400 π.Χ. στην Πέρινθο της Προποντίδας (εικ.5 πάνω αριστερά), και του οποίου τα κλινικά χαρακτηριστικά καταγράφηκαν συστηματικά στο έκτο βιβλίο των Επιδημιών του Corpus Hippocraticum (που δεν έχει γραφεί από τον ίδιο). Στη βιβλιογραφία το περιστατικό είναι γνωστό ως ο βήχας της Περίνθου5. Το κείμενο λέγει: Το βήξιμο άρχιζε γύρω στο χειμερινό ηλιοστάσιο, δεκαπέντε με είκοσι μέρες αφού είχαν αρχίσει οι συχνές αλλαγές νότιου ανέμου, βόρειου και χιονιά. Κάποιες περιπτώσεις βήχα κρατούσαν λίγο, άλλες πολύ και συχνά γύριζαν σε πνευμονίες. Πριν από την ισημερία οι περισσότεροι υποτροπίαζαν, συνήθως την τεσσαρακοστή ημέρα από την αρχή της νόσου. Σε μερικούς η υποτροπή ήταν ήπια. Σε άλλους όμως ο λαιμός ερεθιζόταν [φάραγγες εφλαίγμαινον] και τους έπιανε δύσπνοια [κυνάγχη], σε κάποιους εμφανιζόταν κομμάρες [παραπληγικά] και άλλοι, ιδίως παιδιά, είχαν διαταραχές στην όραση τη νύχτα [νυκταλωπίες]. … Η δύσπνοια και οι κομάρες συνοδεύονταν από σκληρά και ξηρά φλέματα … Ο δριμύτερος και βιαιότερος βήχας συνοδευόταν από κομάρες. Τα συμπτώματα αυτά εκδηλώνονταν στους ασθενείς που υποτροπίαζαν, όχι στο πρώτο στάδιο (της αρρώστιας). Σε μερικούς το βήξιμο υποχωρούσε στο μεσαίο στάδιο και επανερχόταν κατά την υποτροπή. Οι πιο πολλοί από αυτούς που έχαναν τη φωνή τους σε παροξυσμούς του βήχα δεν παρουσίαζαν πυρετό ή πολύ λίγο. Κανείς από αυτούς δεν αισθανόταν κομάρες και δεν έκανε πνευμονία. … Οι γυναίκες δεν υπέφεραν το ίδιο με τους άνδρες από τον βήχα. Λίγες έκαναν πυρετό, και από αυτές ελάχιστες έπεφταν θύματα της πνευμονίας. Ήταν συνήθως γριές και όλες έγιναν καλά. … Οι δούλες γυναίκες προσβλήθηκαν περισσότερο (λόγω σκληρότερης δουλειάς) και υπήρξαν σοβαρές περιπτώσεις που αποδείχθηκαν μοιραίες. Από τους άνδρες που προσβλήθηκαν άλλοι έγιναν καλά και άλλοι χάθηκαν. … Αυτοί που πέθαιναν σε συντομότερο χρόνο ήταν εκείνοι που καταλαμβάνονταν από πυρετό με ρίγος. Σε όλους αυτούς τους ασθενείς τίποτε δεν κερδιζόταν με τη μάλαξη [των πρησμένων αμυγδαλών, για να φύγει το φλεγματικό υγρό] ή με την κάθαρση του κοιλιακού χώρου ή με την αφαίμαξη, ενέργειες που όλες τις δοκίμασα. Δοκίμασα ακόμη και μια τομή στο κάτω μέρος της γλώσσας. Σε άλλους χορήγησα φάρμακα μόνο από το στόμα [κυρίως γαργάρες και αποχρεμπτικά]. Αυτή η επιδημία επέμεινε όλο το καλοκαίρι. Τα αποσπάσματα της περιγραφής δείχνουν την συστηματική παρατήρηση των συμπτωμάτων που αποτέλεσε από τον Ιπποκράτη και μετά τη βάση της επιστημονικής ιατρικής.
Άλλες φονικότερες επιδημίες ήταν η πανώλης και ο τύφος. Με μια από τις δυο συσχετίζεται, τελευταία περισσότερο με τη δεύτερη, ο φοβερός λοιμός που έπληξε την Αθήνα τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου6. Πρόσφατες ανασκαφές (για την κατασκευή του ΜΕΤΡΟ) έφεραν στο φως στην περιοχή του Κεραμεικού δύο ομαδικούς τάφους που χρονολογούνται γύρω στο 430 π.Χ. (εικ.5 πάνω δεξιά), οι οποίοι περιείχαν 89 και 29 νεκρούς από την επιδημία αυτή θαμμένους πρόχειρα, λόγω της ανάγκης και του κινδύνου που περιγράφει ο Θουκυδίδης από τα πλήθη των σωμάτων που έμεναν άταφα (έθαπτον δε ως έκαστος εδύνατο)7. Μια περιγραφή ασθένειας που πρέπει να ήταν ένα είδος ελονοσίας που προκάλεσε αιματουρία περιέχεται πάλι στο πρώτο βιβλίο των Επιδημιών του Ιπποκρατικού Corpus8. Απ’ αυτήν πέθανε κάποιος Φιλίσκος τον 5ο π.Χ. αιώνα στη Θάσο: Ζούσε κοντά στο τείχος. Έπεσε στο κρεβάτι. Την πρώτη ημέρα είχε οξύ πυρετό και εφίδρωση. Πέρασε μια άθλια νύχτα. Τη δεύτερη μέρα καθολική επιδείνωση, μετά από ένα κλύσμα κινήθηκαν καλά τα έντερα και πέρασε ήσυχη νύχτα. Την τρίτη ημέρα … προς το βράδυ παρουσιάσθηκε οξύς πυρετός, ιδρώτας, δίψα και τα ούρα του έγιναν σκούρα. Πέρασε μια άθλια νύχτα … και παραληρούσε. Την τέταρτη ημέρα η κατάσταση έγινε χειρότερη … [και] την πέμπτη σταγόνες καθαρού αίματος έτρεχαν ελαφρά από τη μύτη του. Παρουσίασε ακανόνιστη ούρηση που περιείχε στρογγυλά, πλέοντα σωματίδια που έμοιαζαν με σπέρμα. … Μετά από ένα υπόθετο λίγα περιττώματα με αέρια. Τη νύχτα λαγοκοιμόταν προφέροντας ασυναρτησίες. Τα άκρα του (ήταν) παντού κρύα (και ήταν) αδύνατο να του τα ζεστάνουν. Σκούρα ούρα, σύντομη υπνηλία προς την αυγή, αφωνία, κρύος ιδρώτας, άκρα μελανιασμένα. Πέθανε προς το μεσημέρι της έκτης ημέρας. Προς το τέλος παρουσίασε βαθειά, ακανόνιστη αναπνοή …, η σπλήνα του ξεπετάχτηκε δημιουργώντας ένα στρογγυλό οίδημα, και είχε κρύους ιδρώτες μέχρι το τέλος. Οι επιδεινώσεις παρατηρήθηκαν κάθε δεύτερη μέρα.
Με το όνομα καύσος οι αρχαίοι φαίνεται ότι απέδιδαν διάφορες μορφές δυσεντερίας και λοιμώξεων, δηλητηριάσεις, την οξεία σκωληκοειδίτιδα κ.ά.9. Η λέπρα, με την έννοια ελαφροτέρων μορφών παθήσεων του δέρματος, όπως η ψώρα, και η φθίση με τη σημερινή της έννοια περιγράφονται επίσης διεξοδικά στα αρχαία ιατρικά κείμενα10. Στο σύγγραμμα του Κέλσου De medicina (ΙΙΙ, 22) από τον 1ο μ.Χ. αιώνα διαβάζουμε: (Η φθίση) συνήθως αρχίζει προσβάλλοντας το κεφάλι, μετά προσβάλλει τους πνεύμονες, όπου δημιουργεί ένα έλκωμα που συνοδεύεται από ελαφρό πυρετό που έρχεται και φεύγει. Ο ασθενής βήχει πολύ, φτύνει πύον και μερικές φορές αίμα. Στους καταλόγους των θαυμάτων του Ασκληπιού στην Επίδαυρο (εικ.5 κάτω) αναφέρεται τον 4ο π.Χ. αιώνα ένας ασθενής με φθίση, ο Θέρσανδρος από τους Αλιείς, ο οποίος θεραπεύθηκε από το ιερό φίδι που τον ακολούθησε στην πόλη του, όπου ίδρυσε ιερό του θεού10. Μολο-νότι πάντως η φθίση χτυπούσε περισσότερο τους φτωχούς, παραδίδεται ότι και σημαίνοντα πρόσωπα, όπως ο στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας Άρατος (271-213 π.Χ.) και ο Μακεδόνας βασιλιάς Αντίγονος ο Δώσων (263-220 π.Χ.), πέθαναν από αιμόπτυση11.
Εικ.5
Θα ξεπερνούσε το πλαίσιο αυτών των μαθημάτων η αναφορά σε όλες τις παθήσεις που αναφέρονται από την αρχαιότητα, όπως π.χ. η υδρωπικίαση, από την οποία οδηγήθηκε στο θάνατο ο Ηράκλειτος12. Θα κλείσουμε εδώ την επισκόπηση των ασθενειών μνημονεύοντας ακόμη μερικούς πολύ γνώριμους τομείς. Η επιληψία και οι ψυχικές διαταραχές, ελέγχονταν με ιδιαίτερη επιμονή κατά την απόκτηση ενός νέου δούλου13. Τα αφροδίσια νοσήματα, όπως ήταν π.χ. η νοτιάς φθίσις, που κατά τα Ιπποκρατικά κείμενα14 «προσβάλλει ιδιαίτερα τους νιόπαντρους και τους άνδρες που έχουν παραδοθεί στις σεξουαλικές απολαύσεις», και οι παθήσεις των γεννητικών οργάνων, ανδρικών και γυναικείων, φαίνεται ότι ήταν αρκετά διαδεδομένες, αν κρίνουμε από το πλήθος των αφιερωμένων στα ιαματικά ιερά ομοιωμάτων τους (6Α-Δ)15. Θαυματουργικές θεραπείες τυφλών και κωφαλάλων τεκμηριώνονται από τα αφιερώματα (εικ.6Ε-Η) και αναφέρονται στους καταλόγους ιάσεων του Ασκληπιείου της Επιδαύρου και αλλού16. Τέλος η φροντίδα των δοντιών αποτελούσε πάντα μια επιτακτική ανάγκη (εικ.7 αριστερά: ξεδοντιασμένη γριά, 3ος π.Χ. αι.). Η αρχαία οδοντιατρική είχε προχωρήσει στην αντικατάσταση δοντιών με χρυσές γέφυρες (τεχνητά δόντια από κόκαλο ή δόντι ζώου που σταθεροποιούνταν με χρυσό), όπως δείχνει ένα κρανίο από την Ετρουρία με χρυσή γέφυρα στην κάτω γνάθο (εικ.7 δεξιά)17.
Εικ.6
Εικ.7
β. Η εξέλιξη της θεραπείας: θρησκευτική και επιστημονική ιατρική.
Η φροντίδα και η επιδίωξη της υγείας, βασικού πάντοτε αγαθού για την ανθρώπινη ζωή, θεωρήθηκε αρχικά, όπως είναι φυσικό, ότι τελεί υπό τον έλεγχο της θείας δύναμης. Η αρρώστια στέλλεται στον άνθρωπο από το θεό, άρα ο θεός είναι εκείνος που πρέπει και μπορεί να την άρει. Ποιά ήταν τώρα αυτή η θεία δύναμη που χάριζε τη ζωή και την υγεία στις πρώιμες κοινωνίες, και με ποιο τρόπο θεωρούσε κανείς ότι μπορεί να την κινητοποιήσει, έχουμε ήδη εξηγήσει αλλού18. Ο έντονος αγροτοποιμενικός χαρακτήρας της αρχαίας κοινωνίας έκανε δηλαδή τον άνθρωπο να βλέπει τη γη ανθρωπόμορφα ως την κοσμική μητέρα, που γεννά τη ζωή, την παίρνει πίσω μετά την ωρίμανση και το θάνατό της, για να την αναγεννήσει στον επόμενο κύκλο των εποχών (εικ.8Α, Γη ανερχόμενη από τη γη με άνθη και κέρας Αμάλθειας, Β, παιδί που βγαίνει από τον λέβητα της αναγέννησης, Γ, αγγειογραφία με τις κόρες του Πελία να δοκιμάζουν πρώτα με ένα κριό την αναγέννηση με τον τεμαχισμό στο ζέον ύδωρ του λέβητα και στη συνέχεια σύροντας εκεί τον ίδιο τον πατέρα τους). Επομένως οι άνθρωποι προσέβλεπαν στις θεότητες που ενσάρκωναν τη Γη, την πηγή της ζωής και της υγείας, και συνέδεαν τις ενέργειες για την ίαση ασθενειών, δηλαδή για την αποκατάσταση της υγείας, άρα για τη συνέχεια της ζωής, με τη λατρεία αυτών των θεοτήτων.
Εικ.8
Βασικό στοιχείο για τη ζωή, που παρέχεται από τη φύση, από τη γη, είναι το νερό. Το νερό ως κύριος παράγων που παράγει (φυτά) και συντηρεί (ζώα) τη ζωή, αλλά και ως στοιχείο απομάκρυνσης από το σώμα των βλαπτικών για την υγεία ακαθαρσιών, έλαβε από τα βάθη της ιστορίας τον χαρακτήρα του βασικού φορέα της θεραπευτικής δύναμης των θεών19. Στα θεραπευτικά ιερά ήταν πάντοτε με αφθονία παρόν (εικ.9Α, υδραγωγείο Ασκληπιείου Επιδαύρου, Δ, πηγάδι στο Ασκληπιείο Επιδαύρου, Β, πηγή στο Ασκληπιείο της Κορίνθου, Γ, κρήνη στο Ασκληπιείο της Κω) και είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι ο Αίλιος Αριστείδης, λόγιος και ιερέας του Ασκληπιού, ονομάζει το νερό τον 2ο μ.Χ. αιώνα διάκονον και συνεργόν του φιλανθρωποτάτου των θεών20. Η εικαστική έκφραση αυτής της πίστης αποδόθηκε στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου με ένα άγαλμα-κρήνη του Ασκληπιού, του οποίου ο μηχανισμός μας έχει σωθεί (εικ.9Ε)21: Με υπόγειο μολύβδινο σωλήνα το νερό διοχετευόταν από τις κρήνες στα βόρεια του ιερού στην βάση ενός χάλκινου αγάλματος του Ασκληπιού, και μέσω διαμπερούς οπής ανέβαινε στο σημείο όπου ήταν στερεωμένο το πόδι του θεού. Από εκεί διοχετευόταν μέσα στο κοίλο άγαλμα και χυνόταν από μια φιάλη που κρατούσε ο Ασκληπιός σε λεκάνη, από την οποία με αγωγό έφθανε σε λουτρό, που ονομαζόταν Λουτρόν Ασκληπιού. Εκεί λούζονταν οι ασθενείς προτού κατακλιθούν στο Άβατο για να συναντήσουν στο όνειρό τους τον θεό. Ήταν εύγλωττος ο συμβολισμός, ή η πίστη για την καθαρτική, καθαρτική και των ασθενειών, άρα θεραπευτική δύναμη του νερού ως φορέα της θείας δύναμης. Ηταν η πίστη ότι με το νερό, το οποίο αποτελούσε θεία ουσία, αφού έβγαινε από τα σωθικά του θεού, καθαίρονταν από μιάσματα όσοι πήγαιναν να τον συναντήσουν, αλλά και από την ασθένεια στο πλαίσιο της θείας θεραπείας.
Μια άλλη εξίσου πρώιμη αντίληψη για την ενεργοποίηση της θείας δύναμης εναντίον της ασθένειας που εκδηλώθηκε με τη λατρευτική πρακτική, ήταν η ιδέα της μετάληψης.
Εικ.9
Και εδώ θα περιορισθούμε σε μια πολύ σύντομη περι-γραφή του φαινομένου, που έχουμε αναλύσει σε προηγούμενα μαθήματα22. Πρόκειται για τα τελετουργικά γεύματα, τα οποία ως θεία ευλογία για τον πιστό διατηρήθηκαν ως το τέλος της αρχαιότητας. Η ιδέα ότι η γη παίρνει μέσα της το σπόρο από ένα φυτό που πεθαίνει για να το αναγεννήσει, οδήγησε με την ανθρωπόμορφη σύλληψή της παντοδύναμης αυτής θεάς στην αντίληψη, ότι είναι μια θεία γυναίκα που σκοτώνει και τρώγει το παιδί της προκειμένου να το ανανεώσει. Η λατρεία για να κινητοποιήσει αυτή τη διαδικασία χρησιμοποίησε την αιματηρή θυσία. Το θυσιαζόμενο ζώο μετουσιωνόταν μυστηριακά στον θεό που θανατωνόταν για να δώσει ζωή. Οι πιστοί που έτρωγαν τις σάρκες του μεταλάμβαναν και τη ζωογόνο δύναμή του. Παράλληλα λοιπόν με το νερό και τα τραπεζώματα που αποτελούσαν βασικό στοιχείο της λατρείας του Ασκληπιού, συντελούσαν στην στήριξη της υγείας των πιστών. Χαρακτηριστικό αυτής της πλευράς της ιαματικής λατρείας είναι το μικρό οικοδόμημα δίπλα στον πρώιμο βωμό όπου γίνονταν οι αιματηρές θυσίες στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου (εικ.10Α-Γ, Λείψανα του κτιρίου, φάσεις και αξονομετρικό το οίκου με το αναδιπλούμενο τραπέζι)23. Πάνω σε ένα αναδιπλούμενο τραπέζι τεμαχιζόταν το θύμα, τα μέλη του οποίου στη συνέχεια εν μέρει προσφέρονταν στη θεότητα μέσα στο βωμό και εν μέρει μοιράζονταν στους παριστάμενους στις μικρές στοές γύρω από τον βωμό. Ο καθαρισμός από τους παραγόμενους ρύπους επιτυγχανόταν με ένα περιμετρικό κανάλι στο οποίο διοχετευόταν με ειδικό αγωγό νερό.
Μια τρίτη, αμεσότερη θρησκευτική πρακτική για να φθάσει κανείς στη θεραπεία μέσω του θείου ήταν η εγκοίμηση. Ο ασθενής κατακλινόταν στην περίπτωση αυτή σε δάπεδο γήινο, για να έρχεται απ’ ευθείας σε επαφή με τη γη, και επιδίωκε να κοιμηθεί για να τον επισκεφθεί στον ύπνο του ο Ασκληπιός, ο οποίος είτε τον γιάτρευε ο ίδιος με ψαύση ή με φάρμακα, είτε του έλεγε τί πρέπει να κάμει για να γιατρευτεί, είτε του εμφανιζόταν με τη μορφή κάποιου ιερού του ζώου (εικ.10Δ-Ε αναστηλωμένο τμήμα και γραφική αποκατάσταση όψης της στοάς του Αβάτου-Εγκοιμητηρίου στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου, Ζ, θεραπεία ασθενούς από τον Αμφιάραο, ανάγλυφο 4ου π.Χ. αι.)24.
Εικ.10
Η πρακτική αυτή, δηλαδή η κατάκλιση στο έδαφος και η ίαση κατά την διάρκεια του ύπνου, παραπέμπει στην μαγική μίμηση του θανάτου. Γνωρίζουμε ότι ο Ύπνος κατά τους αρχαίους ήταν αδελφός του Θανάτου. Ο θάνατος, όπως είδαμε, ήταν στη θρησκευτική αντίληψη απαραίτητος για να παραχθεί η καινούρια ζωή, που στην περίπτωση αυτή ήταν η υγεία που θα αποκαθιστούσε ο θεός. Ο ίδιος ο Ασκληπιός κατά τον μύθο υπέστη την ίδια τύχη. Έλεγαν δηλαδή, ότι όταν μεγάλωσε γιάτρευε υπερβολικά πολλούς ανθρώπους, ώστε ο Άδης να κινδυνεύει να ερημώσει. Ο Άδης παραπονέθηκε στον Δία και αυτός κατακεραύνωσε τον Ασκληπιό. Με παρέμβαση όμως του πατέρα του του Απόλλωνα, ο Ζευς τον ανέστησε, και του επέτρεψε να συνεχίσει την θεραπευτική του δραστηριότητα, με τον όρο να την ασκεί μέσα από τα έγκατα της γης, όπου τον είχε στείλει με τον κεραυνό. Αυτό το νόημα είχε και η ύπαρξη του υπογείου της Θόλου στο ιερό της Επιδαύρου, ένα είδος κενοταφίου του Ασκληπιού, που μιμούνταν τους σκοτεινούς διαδρόμους του Άδη (εικ.11Α-Β, υπόγειο και αναστήλωση Θόλου)25. Η θεραπεία αυτή λοιπόν ήταν ένα θρησκευτικό μυστήριο. Γι αυτό και η στοά όπου λάμβανε χώρα η θεραπεία, ονομαζόταν, και ήταν Άβατον, δηλαδή χώρος μη προσβάσιμος στους απροετοίμαστους να τον επισκεφθούν. Στην πράξη βέβαια, πέρα από την μαγική αυτή αφετηρία του θεραπευτικού τυπικού, την οποία ασφαλώς δεν συνειδητοποιούσαν οι άρρωστοι που την πραγματοποιούσαν, λειτουργούσε έντονα κατά την περίοδο της θεραπείας αφενός η ψυχική και σωματική προετοιμασία στα ιερά, και αφετέρου η αυθυποβολή, που την καλλιεργούσαν οι αφηγήσεις για τα πάμπολλα προηγούμενα θαύματα του θεού. Αυτό τον σκοπό εξυπηρετούσαν π.χ. οι στήλες με τις μακρές αφηγήσεις θαυμάτων (εικ.11Γ, Στήλη θαυμάτων 4ου π.Χ. αι., Δ, ευχαριστήρια στήλη Απελλά, 2ος μ.Χ. αι.), που διάβαζαν ήδη τον 4ο π.Χ. αιώνα οι ασθενείς μέσα στη στοά περιμένοντας τη συνάντηση τους με το θεό στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου26.
Εικ.11
Βεβαίως η μακρά παρατήρηση των διαφόρων ασθενειών και η εμπειρία που αποκτούσαν σχετικά οι ιερείς και οι άλλοι εργαζόμενοι στα θρησκευτικά θεραπευτικά κέντρα από πρακτικές βοήθειας της θείας επέμβασης οδήγησε γρήγορα στην ανάπτυξη της επιστημονικής ιατρικής. Χαρακτηριστικές σχετικά μαρτυρίες είναι τα ιατρικά εργαλεία και τα κύπελλα για την παροχή φαρμάκων που έρχονται στο φως στα θεραπευτικά ιερά (εικ.12), συνταγές για λουτρά, αλοιφές και γυμναστική που καταγράφεται σε επιγραφές ότι δίδονταν στους ασθενείς, καθώς και πρακτικές που προκύπτουν εμμέσως από τις διηγήσεις θαυμάτων.
Εικ.12
Αναφέρουμε εδώ μια μόνο τέτοια περίπτωση27: Κάποια γυναίκα από την Πελλήνη έφθασε στο ιερό για να παρακαλέσει το θεό να κάμει παιδί. Όταν κοιμήθηκε μέσα στο Άβατο είδε την ακόλουθη οπτασία: Της φάνηκε ότι παρακαλούσε το θεό να τη βοηθήσει να συλλάβει κορίτσι και ότι ο Ασκληπιός της είπε ότι θα μείνει έγκυος, και ότι αν είχε και τίποτε άλλο να τον παρακαλέσει, θα της το έκανε κι αυτό. Είδε ακόμη ότι εκείνη του απάντησε πως δεν ήθελε τίποτε άλλο. (Η γυναίκα) έμεινε πράγματι έγκυος, είχε όμως το παιδί τρία χρόνια
στην κοιλιά της και κατέληξε πάλι στο ιερό για να παρακαλέσει το θεό να την βοηθήσει να γεννήσει. Κοιμήθηκε πάλι στο Άβατο και είδε την ακόλουθη οπτασία: Της φάνηκε ότι της είπε ο θεός “Μα δεν έγινε ότι μου ζήτησες; Δεν έμεινες έγκυος; Ότι ήθελες και να γεννήσεις, κάτι τέτοιο δεν μου το είπες, ενώ σε ρώτησα αν ήθελες και κάτι άλλο. Αλλά εντάξει, αφού ξανάρθες και παρακαλείς να γεννήσεις, θα σου γίνει κι αυτό”. Είναι προφανές, ότι οι άρρωστοι που διάβαζαν τα θαύματα (τα οποία συνέτασσε βέβαια το έμπειρο προσωπικό του ιερού), διδάσκονταν έτσι να δίνουν ακριβές ιστορικό της αρρώστιας τους και των συμπτωμάτων της.
Έτσι άρχισε να αναπτύσσεται μια πρακτική γνώση ρεαλιστικής αντιμετώπισης της ασθένειας στα ιερά. Τολμηρές βέβαια θεραπευτικές επεμβάσεις μαρτυρούνται στον Ελλαδικό χώρο από πολύ ενωρίς, όπως δείχνουν τα ιατρικά εργαλεία (μαχαίρια, λαβίδες, τριπτήρες για την κατασκευή φαρμάκων κ.ά.) που βρέθηκαν σε τάφο του 15ου π.Χ. αιώνα στο Ναύπλιο (εικ.13Α)28, ή κρανία νεκρών από τoν 7ο ήδη π.Χ. αι. με ανατρήσεις για αφαίρεση θραυσμάτων ή αιματωμάτων (εικ.13Β, Άβδηρα, 7ος π.Χ. αι., με απόξεση, Γ, Χίος, 2ος π.Χ. αι., με τρυπανισμό)29. Από τον 6ο όμως π.Χ. αιώνα τεκμηριώνεται πρακτική αντιμετώπιση παθήσεων στα ιερά. Ήδη τότε οι ιερείς του Ασκληπιού στην Κνίδο είχαν τη φήμη πρακτικών γιατρών και πραγματοποιούσαν καυτηριάσεις και χειρουργικές τομές. Η σχετική πείρα τους ήταν γνωστή ως Κνίδιαι γνῶμαι. Από ιερά πάλι της Ετρουρίας και της Γαλατίας, όπου φαίνεται πως η ιατρική γνώση ήταν επίσης ανεπτυγμένη, προέρχονται διάφορα πήλινα αναθήματα που παρουσιάζουν προχωρημένη γνώση των εσωτερικών ανθρωπίνων οργάνων, όπως των σπλάγχνων (εικ.13Δ-Ε), της μήτρας και των ωοθηκών (εικ.13Ζ-Η)30. Η ανάπτυξη της πραγματικής ιατρικής φροντίδας στα ιερά έδινε το κύρος της θείας δύναμης στους πρώτους γιατρούς, οι οποίοι ανέβαζαν την καταγωγή τους στον ίδιο το θεραπευτή θεό. Στην Κω, οι γιατροί εθεωρούντο απόγονοι του Ασκληπιού, ήταν οι Ασκληπιάδαι.
Εικ.13
Το έργο των πρώτων Ελλήνων φιλοσόφων που αναζήτησαν τα συστατικά των διαφόρων πραγμάτων είναι όμως εκείνο που έδωσε ιδιαίτερη ώθηση για το πέρασμα από τη μαγική στην επιστημονική ιατρική. Ξεπερνώντας τη θεωρητική τους σκέψη οι φυσικοί φιλόσοφοι ενδιαφέρθηκαν για τη λειτουργία του σώματος και για τους λόγους της διαταραχής της, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της παρατήρησης. Έτσι π.χ. ο Αλκμαίων, μαθητής του Πυθαγόρα, ερευνώντας τη λειτουργία των αισθητηρίων οργάνων κατά τον ύστερο 6ο π.Χ. αιώνα, τόλμησε πρώτος ανατομική έρευνα στο μάτι και ανακάλυψε ότι συνδέεται με νεύρα με τον εγκέφαλο31. Αλλά και γενικά το επάγγελμα του γιατρού εμφανίζεται στα μνημεία από τον 6ο π.Χ. αιώνα. Σε ένα μαρμάρινο δίσκο από το τέλος του 6ου π.Χ. αιώνα είναι ζωγραφισμένος ο γιατρός Αίνειος (εικ.14Α)32, ο οποίος με επιγραφή χαρακτηρίζεται άριστος ιατρός, ενώ ο ίδιος ο δίσκος, προορισμένος να αναρτηθεί σε ιερό ή μνήμα, χαρακτηρίζεται μνήμα της σοφίας του. Είναι πολύ πιθανό ότι ο Αίνιος ήταν ο προθείος του Ιπποκράτη που αναφέρεται με το ίδιο όνομα.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε η ιατρική του Ιπποκράτη (εικ.14Β) από την Κω (460-380 π.Χ.), ο οποίος είναι ο πρώτος που συγκρότησε τις γνώσεις αυτές σε επιστήμη και επιβλήθηκε ως ο πατέρας της33. Δίδαξε ότι όλες οι αρρώστιες έχουν φυσικά αίτια, κατέστησε την παρατήρηση βάση για τη διάγνωση και τη θεραπευτική αγωγή και ανέπτυξε τους τρεις βασικούς κλάδους της ιατρικής, την διαιτητική, την φαρμακευτική και τη χειρουργική. Ανέπτυξε τη θεωρία ότι το σώμα αποτελείται από διάφορους χυμούς (αίμα, φλέγμα, μαύρη και ξανθή χολή), και ότι η ισορροπημένη μείξη τους ή η διαταραχή της καθορίζει την υγεία ή την ασθένεια του ανθρώπου (επίδραση των τετραδικών συστημάτων της φιλοσοφίας του Εμπεδοκλή, φωτιά-νερό-αέρας-γη τα τέσσερα στοιχεία της φύσης, οι τέσσερις εποχές κλπ.). Ο Ιπποκράτης έγραψε πολλά συγγράμματα, δημιούργησε μεγάλη σχολή γιατρών, και η παράδοση των συγγραμμάτων του διατηρήθηκε πάντοτε ισχυρή και επηρέασε όλη την μετέπειτα εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης. Ιδιαίτερα σημαντική κληρονομιά που άφησε ο Ιπποκράτης είναι ο κώδικας ιατρικής συμπεριφοράς, γνωστός ως όρκος του Ιπποκράτη, που με μικρές αλλαγές καθιερώθηκε το 1948 από την Παγκόσμια Ένωση Γιατρών ως η επίσημη επαγγελματική καθομολόγηση του γιατρού.
Ώθηση στην επιστημονική ιατρική έδωσαν στη συνέχεια τα έργα του Αριστοτέλη (εικ.14Γ), ο οποίος μελέτησε στο σύνολό του τον κόσμο των εμβίων όντων και ανέπτυξε ιδιαίτερα τη βιολογία. Γύρω στο 300 π.Χ. δημιουργήθηκε στην Αλεξάνδρεια μεγάλη ιατρική σχολή, της οποίας η φήμη διατηρήθηκε και κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους34. Οι κυριότεροι εκπρόσωποί της, ο Ηρόφιλος και ο Ερασίστρατος, καλλιέργησαν ιδιαίτερα την ανατομία και τη φυσιολογία. Ο Ηρόφιλος έγραψε μάλιστα ένα βιβλίο για την μαιευτική, η οποία μέχρι τότε βρισκόταν σε μεγάλο βαθμό στα χέρια των μαιών. Ο Ερασίστρατος πάλι προχώρησε σε τολμηρές χειρουργικές επεμβάσεις (άνοιγμα του κοιλιακού χώρου π.χ.), κατά τις οποίες ανέκοπτε τη ροή και την απώλεια του αίματος με σφιχτούς επιδέσμους γύρω από το σημείο της επέμβασης. Στη σχολή αυτή της Αλεξάνδρειας, που άνθησε μέσα στο ευρύτερο ίδρυμα του Μουσείου, καθώς και σε άλλα ελληνιστικά κέντρα, η ιατρική γνώση προόδευσε γενικότερα εντυπωσιακά, οδηγώντας προοδευτικά στην εξειδίκευση των γιατρών. Για τα μάτια αναπτύχθηκαν οφθαλμίατροι, για τα αυτιά ωτολόγοι, για τις γυναικείες παθήσεις και για τις γέννες γυναικολόγοι και μαίες, για τα τραύματα και άλλες παθήσεις, όπως πέτρες στην ουροδόχο κύστη, χειρουργοί.
Και όταν αργότερα η Ρώμη αναδείχθηκε κοσμοκράτειρα, η ιατρική παρέμεινε ελληνική. Ένας σημαντικός Ρωμαίος θεωρητικός του 1ου μ.Χ. αιώνα, ο Aulus Cornelius Celsus, που το έργο του De medicina (Περί ιατρικής) έγινε πασίγνωστο όταν τυπώθηκε το 1478 στη Φλωρεντία35, απέρριπτε την θεωρία των χυμών του Ιπποκράτη για τη φύση της ασθένειας, στηρίχθηκε όμως στις θεωρίες άλλου Έλληνα γιατρού του 1ου π.Χ. αιώνα από τη Βιθυνία, του Ασκληπιάδη. Αυτός, επηρεασμένος από την περί ατόμων θεωρία του φιλοσόφου του 5ου αιώνα Δημοκρίτου, απέδιδε τη νόσο στη σύσφιγξη ή χαλάρωση των σωματιδίων από τα οποία πίστευε ότι αποτελείται το σώμα. Και για να επιτύχει τη θεραπεία χρησιμοποιούσε μαλάξεις, καταπλάσματα, τονωτικά και διορθωτική δίαιτα. Ιδιαίτερη προσφορά των θέσεων αυτών του Ασκληπιάδη ήταν ότι απάλλαξε τους ψυχασθενείς από τον εγκλεισμό και θέσπισε την θεραπεία τους μέσω της απασχόλησης.
Και τον 2ο μ.Χ. αιώνα, ο Γαληνός από την Πέργαμο (εικ.14Δ, ο Γαληνός ένθρονος και γύρω του έξη γνωστοί γιατροί της αρχαιότητας, οι Κρατεύας, Διοσκουρίδης, Νίκανδρος, Ρούφος, Ανδρέας και Απολλώνιος, μικρογραφία στο χειρόγραφο της Ιατρικής Ύλης του Διοσκουρίδη στη Βιέννη)36 – όπου λειτουργούσε σημαντικό Ασκληπιείο – επέστρεψε στην Ιπποκρατική ιατρική, την οποία συμπλήρωσε με νέες γνώσεις, όπως π.χ. την ανακάλυψη ότι η καρδιά θέτει σε κίνηση το αίμα κατά παλιρροϊκό τρόπο, και συνέγραψε πολλά έργα, τα οποία μεταφράσθηκαν ευρύτατα και καθόρισαν τις μετέπειτα εξελίξεις, επιβάλλοντάς τον επί αιώνες ως αδιαμφισβήτητη αυθεντία.
Εικ.14
Και στην περιοχή των θεραπευτικών ιερών αναπτύχθηκε με τον χρόνο η ανθρώπινη ιατρική. Στην Επίδαυρο, το κατεξοχήν κέντρο της παραδοσιακής θρησκευτικής θεραπείας, μαρτυρούνται από τον 2ο π.Χ. αιώνα οικογένειες γιατρών. Ένας καλά διατηρημένος τάφος μιας από αυτές τις οικογένειες στο δρόμο από την πόλη της Επιδαύρου προς το Ασκληπιείο (εικ.15, εξωτερικό και εσωτερικό του τάφου με τα ιατρικά εργαλεία)37, με τα εργαλεία των νεκρών τοποθετημένα στις λάρνακές τους, τεκμηριώνει με τον πιο παραστατικό τρόπο τη λειτουργία τους.
Εικ.15
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΓΙΑΤΡΟΙ, ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΑ
α. Γιατροί.
Το επάγγελμα του γιατρού, εάν είναι σωστή η ανάγνωση που προτάθηκε τελευταία, εμφανίζεται ήδη στα μυκηναϊκά κείμενα, με τη λέξη ιατήρ και έναν Άσιο ιανατόμο, δηλαδή κάποιον που εξέταμνε ιούς, δηλαδή βέλη, όπως αναφέρεται και στην Ιλιάδα για το γιατρό που ιούς τ’ εκτάμνει επί τ’ ήπια φάρμακα πάσσει. Πάντως γιατροί με την πλήρη σημασία της λέξης, προς τους οποίους εκφράζεται από την αρχή σεβασμός, εμφανίζονται με βεβαιότητα από τον 6ο π.Χ. αιώνα. Από την πρώιμη αυτή εποχή είναι χαρακτηριστικά τρία μνημεία: O μαρμάρινος δίσκος του Αινίου, αρίστου ιατρού από το περ. 500 π.Χ., που είδαμε στο προηγούμενο μάθημα (εικ.14Α)1, ένα άγαλμα πιο πρώιμο, από το 580/570 π.Χ., που εικόνιζε με το αρχαϊκό σχήμα του κούρου το γιατρό Σομβροτίδα πάνω στον τάφο του (εικ.16 αριστερά) από τα Υβλαία Μέγαρα στη Σικελία3, και ένα τρίτο, μια ιωνική επιτύμβια στήλη στη Βασιλεία από το 480 π.Χ. (εικ.16 δεξιά)4. Η στήλη αυτή παριστάνει ένα γιατρό με το νεαρό βοηθό του στο ιατρείο του, όπως δείχνουν οι βεντούζες, που άλλες κρατάει το παιδί και άλλες είναι κρεμασμένες στον τοίχο (στο δεξί χέρι κρατούσε πιθανώς ένα κομμάτι ύφασμα που καιόταν με μια τσιμπίδα).
Εικ.16
Είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο ότι το λειτούργημα του γιατρού θεωρήθηκε ως συμβολή στη θεία προστασία της υγείας και η ιατρική γνώση ως κληρονομιά της θείας θεραπευτικής ικανότητας (εικ.17: Χαρακτηριστικές απεικονίσεις Α, γιατρού με τον βοηθό του σε επιτύμβια στήλη στη Θήβα από τον 4ο π.Χ. αιώνα, ο οποίος αποδίδεται σαφώς με τον συνήθη εικονιστικό τύπο του Ασκληπιού5, πβ. Β, αναθηματικό ανάγλυφο, Γ, γιατρού από τον 2ο μ.Χ. αιώνα στο Βατικανό6, πβ. Δ, άγαλμα Ασκληπιού, ρωμαϊκό αντίγραφο έργου του 4ου π.Χ. αι. στη Νεάπολη). Έτσι, η μόρφωση του γιατρού γινόταν στην αρχή, αλλά και αργότερα, μέσα σε ορισμένες οικογένειες που ανέβαζαν το γενεαλογικό τους δέντρο σε ένα θείο θεραπευτή7.
Εικ.17
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η οικογενειακή οργάνωση των γιατρών της Κω, που θεωρούνταν απόγονοι του Ασκληπιού. Βέβαια με τον καιρό η ιατρική εκπαίδευση μπορούσε να γίνει παράλληλα κοντά σε έμπειρους γιατρούς, τους οποίους ο εκπαιδευόμενος έπρεπε να πληρώσει. Το λιγότερο που μπορούσε να διαρκέσει μια τέτοια εκπαίδευση ήταν έξη μήνες, αλλά γιατροί με τέτοια πείρα δεν είχαν καλή φήμη. Διακεκριμένοι αρχαίοι γιατροί μαθαίνουμε ότι έμεναν κοντά στους δασκάλους τους γύρω στα έξη χρόνια, όσο δηλαδή διαρκεί και η βασική σημερινή ιατρική σπουδή. Ο Γαληνός μάλιστα σπούδασε σε διάφορους τόπους για δώδεκα χρόνια, περίπου δηλαδή όσα χρειάζονται με το αγροτικό και την ειδικότητα για να βγει στο επάγγελμα και ο σύγχρονος γιατρός. Ένα μάθημα ιατρικής και μάλιστα ανατομίας, απεικονίζεται σε μια τοιχογραφία του 4ου μ.Χ. αιώνα σε κατακόμβη της Ρώμης (εικ.18Α, με χριστιανική βέβαια ερμηνεία, ως αλληγορία του ιατρού ψυχών και σωμάτων, του Χριστού)8. Μπροστά σε ένα πτώμα με ανοιχτά σπλάγχνα ο δάσκαλος διδάσκει τους μαθητές, ενώ δίπλα ένας βοηθός δείχνει με μια βέργα τα αναφερόμενα όργανα. Χαρακτηριστική είναι μια σχετική με τέτοια μαθήματα πληροφορία του Μαρτιάλη από τον 1ο π.Χ. αιώνα, που διηγείται την περιπέτειά του κατά την επίσκεψή του σε ένα φημισμένο γιατρό, που έκανε την εξέτασή του διδάσκοντας τους μαθητές του (εικ.18Β, πβ. ανάλογη ενέργεια στο επιτύμβιο ανάγλυφο του ιατρού Ιάσωνος, περ. 100 μ.Χ., Λονδίνο). Αρρώστησε με την εξέταση ο άνθρωπος, αφού υπέστη όπως λέγει διαρκές πασπάτεμα επί ώρες από τα κρύα χέρια των μαθητών που έπρεπε να ασκηθούν πάνω του.
Εικ.18
Από τους Ελληνιστικούς χρόνους, όπως είδαμε, οι γιατροί ανέπτυξαν ειδικότητες. Υπήρχαν γενικοί, παθολόγοι γιατροί, χειρουργοί, ωτολόγοι και οφθαλμίατροι, όπως φαίνεται στην μικρή πλευρά μιας σαρκοφάγου του 3ου μ.Χ. αιώνα στη Ραβέννα (εικ.18Γ)9, οδοντίατροι, γυναικολόγοι, αισθητικοί, ακόμη και κτηνίατροι, όπως οι στρατιωτικοί ιππίατροι. Χαρακτηριστικές είναι παραδιδόμενες περιπτώσεις ζευγαριών γιατρών με διάφορες ειδικότητες, όπως π.χ. της μαίας Σκριβωνίας Αττικής (εικ.18Δ)10, που εικονίζεται σε ανάγλυφο του 2ου μ.Χ. αιώνα από την Όστια τη στιγμή που ξεγεννά γυναίκα. Ο άντρας της, ο Μάρκος Ούλπιος Αμέριμνος, που ήταν χειρουργός, εμφανίζεται σε ένα άλλο ανάγλυφο της Όστιας (Εικ.19Α, 2ος μ.Χ. αι., Όστια) να προετοιμάζει επέμβαση στην κνήμη ενός πελάτη σφουγγίζοντάς την και έχοντας δίπλα τα χειρουργικά του εργαλεία. Από την Ελληνιστική εποχή εμφανίζεται και η ιδιότητα του αρχιατρού, από το πρώτο συνθετικό της οποίας προέκυψε η γερμανική λέξη Arzt, γιατρός11. Οι αρχιατροί ήταν φαίνεται οι προσωπικοί γιατροί ηγεμόνων ή δημόσιοι γιατροί πόλεων, που απολάμβαναν ειδικά προνόμια και μια υψηλότερη κοινωνική θέση.
Γιατροί στην Ελλάδα γίνονταν γενικά ελεύθεροι πολίτες, με τον καιρό όμως μπορούσαν και δούλοι να ευδοκιμήσουν στο επάγγελμα, μαθαίνοντας κοντά στον κύριό τους, επιτυγχάνοντας την απελευθέρωσή τους και ασκώντας την ιατρική ως απελεύθεροι. Μια τέτοια περίπτωση αντιπροσωπεύει ο γιατρός Αίλιος Κλαύδιος Μητρόδωρος (εικ.19Β, Λούβρο), που παρουσιάζεται σε επιτύμβιο ανάγλυφο από το 1ο π.Χ. αι. με μέλη της οικογένειάς του12. Ο Μητρόδωρος ήταν απελεύθερος ελληνικής καταγωγής, όπως δείχνει το όνομά του, και προφανώς όπως πολλοί άλλοι, μετακινήθηκε προς τη Δύση εκρωμαΐζοντας την ταυτότητά του.
Οι γιατροί ήταν κατά το πλείστον άνδρες. Όμως υπήρχαν και γυναίκες γιατροί. Οι γυναίκες κάλυπταν στην αρχή κυρίως τις ανάγκες της μαιευτικής, όπως μαρτυρούν ήδη αρχαίες παραστάσεις από τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα (εικ.19Γ, ανάγλυφο από την Χαλκηδόνα του 550 περ. π.Χ., με παράσταση της νεκρής επάνω σε κάθισμα με ερεισίνωτο και ερεισίχειρα, που υποστηρίζεται κατά τη γέννα, που προφανώς είχε άσχημη κατάληξη, από δύο μαίες)13. Γρήγορα όμως απέκτησαν στο χώρο αυτό περισσότερες γνώσεις και εμπειρία, ιδιαίτερα στη γυναικολογία και την παιδιατρική, και από τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα εμφανίζονται να έχουν κατακτήσει τον τίτλο του ιατρού, όπως βλέπουμε στο επιτύμβιο ανάγλυφο της μαίας και ιατρού, σύμφωνα με την επιγραφή στη στήλη, της Φανοστράτης από το Μενίδι (εικ.19Δ)14. Μια από τις διάφορες σύγχρονες ερμηνείες της παράστασης αναγνωρίζει την Φανοστράτη στην καθήμενη γυναίκα, η οποία ως γιατρός δέχεται την επίσκεψη μητέρας που φέρνει τα παιδιά της για εξέταση. Χαρακτηριστικό είναι πάντως το επίγραμμα στη στήλη που σημειώνει (σε παράφραση) η μαία και ιατρός Φανοστράτη είναι εδώ θαμμένη. Η ίδια δεν προξένησε πόνο σε κανένα. Όμως όλοι μας πονάμε που μας λείπει από τότε που πέθανε. Ο ειλητός στα χέρια μιας άλλης ιατρείνης, της Μούσας, στην επιτύμβια παράστασή της από τον 1ο π.Χ. αιώνα (εικ.19Ε)15, υπογραμμίζει την θεωρητική κατάρτιση της εικονιζόμενης γιατρίνας.
Εικ.19
Ο χώρος εργασίας των γιατρών ήταν ο χώρος του ασθενούς τους ή το προσωπικό τους ιατρείο. Ένα τέτοιο ιατρείο βλέπουμε σε μια εξαιρετικά σπάνια παράσταση επάνω σε έναν αρύβαλλο από το 470 περίπου π.Χ. που βρίσκεται σήμερα στο Λούβρο (εικ.20Α)16. Στη μέση κάθεται ο γιατρός και περιποιείται πάνω από μια λεκάνη το χέρι ενός ασθενούς που φαίνεται ότι αιμάσσει. Δεξιά τους κάθεται άλλος ασθενής που περιμένει τη σειρά του, με επίδεσμο στον αριστερό βραχίονα. Πίσω του άλλη μορφή που δεν σώζεται καλά. Στο γιατρό προσέρχονται από τα αριστερά δύο άλλοι ασθενείς, ο πρώτος με επίδεσμο στο πόδι και ο δεύτερος με τον θώρακα τυλιγμένο με χοντρό ύφασμα. Ένας νάνος τους υποδέχεται κρατώντας ένα λαγό. Ήταν πιθανώς ο υπηρέτης του γιατρού, που εισέπραττε την πληρωμή σε είδος. Από τον 4ο μ.Χ. αι. έχουμε μια σχετική με το περιβάλλον του γιατρού παράσταση επάνω σε σαρκοφάγο από την Όστια (εικ.20Β)17. Ο γιατρός κάθεται μπροστά στην ανοιχτή βιβλιοθήκη του, ένα ερμάρι με ράφια όπου φυλάσσονται οι περγαμηνές, και μελετά ένα ανοιγμένο βιβλίο. Πάνω στη βιβλιοθήκη είναι ακουμπισμένη ανοιχτή μια θήκη με χειρουργικά εργαλεία.
Εικ.20
Πάντως νοσοκομεία με τη σύγχρονη έννοια δεν υπήρχαν στην αρχαιότητα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι τη σημερινή έννοια του νοσοκομείου πλησίασαν τα αναρρωτήρια των ρωμαϊκών στρατοπέδων, τα οποία ήταν κτίρια με πλήθος από αεριζόμενα δωμάτια και διαδρόμους γύρω από μια κεντρική αυλή (εικ.21A, αναρρωτήριο στο ρωμαϊκό στρατόπεδο της Vindonissa, σημερινό Windisch στην Ελβετία, 1ος π.Χ. αι.)18. Θεραπευτικές εγκαταστάσεις ήταν επίσης τα ιαματικά λουτρά. Ο Πλούταρχος π.χ. περιγράφει τα λουτρά της Αιδηψού, τα οποία λειτουργούσαν από τότε με κομψά σπίτια και αρκετή κοινωνική ζωή19. Ένα λουτρό που λειτούργησε από τον 4ο ήδη π.Χ. αιώνα σε άμεση σχέση με ένα Ασκληπιείο είναι αυτό που αποκαλύφθηκε στη Γόρτυνα της Αρκαδίας (εικ.21Β)20 και περιείχε χώρους για προετοιμασία και διάφορα στάδια λουτρού.
Το ιατρικό επάγγελμα ήταν και στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, από τα πιο καλοπληρωμένα21. Εκτός από τους ιδιώτες υπήρχαν και δημόσιοι γιατροί. Οι πόλεις μπορούσαν να συγκεντρώνουν χρήματα για να αποκτήσουν φημισμένους τέτοιους γιατρούς, οι ο οποίοι απολάμβαναν ειδικών προνομίων. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του γιατρού Δημοκίδη, που έφυγε από τον Κρότωνα τον 6ο π.Χ. αιώνα για να εργασθεί ως δημόσιος γιατρός στην Αίγινα με μισθό 17 δραχμές την ημέρα. Οι Αθηναίοι, ύστερα από λίγο καιρό του προσέφεραν τα διπλά για να εργασθεί στην πόλη τους. Μπορούμε να εκτιμήσουμε το ύψος αυτών των αμοιβών, αν αναλογισθούμε ότι μερικά χρόνια αργότερα ένας τεχνίτης στα έργα της Ακρόπολης κέρδιζε μία δραχμή την ημέρα. Ανάλογο παράδειγμα υψηλών αμοιβών από μεταγενέστερους χρόνους είναι η περίπτωση του Γαΐου Στερτινίου Ξενοφώντος από την Κω (εικ.21Γ, πορτραίτο του σε νόμισμα της Κω, 10ς μ.Χ. αι.)22, ο οποίος ευδοκίμησε στην υπηρεσία των Ρωμαίων αυτοκρατόρων τον 1ο μ.Χ. αιώνα, και που έφθασε να κερδίζει τόσα, ώστε να θεωρεί πλέον ασύμφορη την απασχόλησή του στον αυτοκρατορικό οίκο, η οποία του εξασφάλιζε μισθό 500 χιλιάδων σηστερσίων.
Από την άλλη πλευρά βέβαια η προσφορά υπηρεσιών των γιατρών δωρεάν ήταν συνηθισμένη στην αρχαιότητα και έχουμε ψηφίσματα πόλεων που τιμούν δημόσια γιατρούς για τις υπηρεσίες και την αυταπάρνησή τους. Χαρακτηριστικό του ήθους των γιατρών της αρχαιότητας είναι το κείμενο που παραδόθηκε ως Όρκος του Ιπποκράτη23. Μολονότι περιλήφθηκε στην παράδοση της Ιπποκρατικής Συλλογής μόλις τον 1ο μ.Χ. αιώνα, φαίνεται ότι περιέχει πλατιά διαδεδομένες από πολύ παλιότερα αντιλήψεις. Με το κείμενο αυτό ο γιατρός δεσμεύεται ενώπιον των θεών μεταξύ άλλων να δίνει ιατρικές συμβουλές μόνο για το καλό του αρρώστου, να μη δώσει σε κανένα θανατηφόρο φάρμακο έστω και αν του το ζητήσουν, ή φάρμακο σε γυναίκα για να αποβάλει. Δεσμεύεται επίσης να μπαίνει πάντα στα σπίτια των ανθρώπων για το καλό τους και να μένει μακριά από κάθε αδικία, ιδιαίτερα μακριά από κάθε πράξη αφροδισιακή πάνω σε σώματα γυναικεία ή ανδρικά ελευθέρων ή δούλων. Άλλη επίσης σημαντική δέσμευση είναι ότι όσα θα ακούει ή θα βλέπει ασκώντας το επάγγελμά του θα τα σκεπάζει με τη σιωπή του. Οι επιταγές αυτές ορίζουν ακόμη και σήμερα (εικ.21Δ, ο όρκος του Ιπποκράτη, κείμενο και μετάφραση σε σύγχρονη εκτύπωση) το ήθος που πρέπει να διακρίνει ένα θεράποντα της ανθρώπινης υγείας.
Εικ.21
β. Φάρμακα και ιατρικά εργαλεία.
Κατά την αρχαιότητα, κατά την οποία η χημεία δεν είχε αναπτυχθεί, οι γιατροί δεν ήταν σε θέση να απομονώσουν ουσίες και να δημιουργήσουν ειδικούς θεραπευτικούς συνδυασμούς. Είχαν όμως πλατειά γνώση των θεραπευτικών ιδιοτήτων των διαφόρων φυτικών και ορυκτών ουσιών24. Ιδιαίτερα από την εποχή του Αριστοτέλη τον 4ο π.Χ. αιώνα και ειδικότερα με τα έργα του μαθητή του Θεοφράστου που προώθησαν τη φυσική επιστήμη η βοτανολογία και η ιατρική της πλευρά γνώρισαν μεγάλη πρόοδο. Από τα διάφορα αρχαία συγγράμματα στα οποία αποθησαυρίσθηκε η ευρεία αυτή γνώση των αρχαίων φαρμακολόγων τα πιο φημισμένα είναι τα βιβλία του Διοσκουρίδη, που έζησε το 1ο μ.Χ. αιώνα και ήταν στρατιωτικός γιατρός του Νέρωνα. Αναφέρονται σε όλες τις σχετικές με την υγεία ιδιότητες της φυτικής και ορυκτής ιατρικής ύλης (εικ.22), όπως π.χ. στην ισχυρή ναρκωτική επίδραση του μανδραγόρα, την αιμοστατική ιδιότητα της λυσιμαχίας, την ιδιότητα του πρασίου, ενός είδους ρίγανης, να βοηθά το αναπνευστικό όταν λαμβανόταν αναμεμιγμένο σε μέλι και γάλα, ή την θεραπευτική επίδραση της αγριμονίας, κοινώς φονόχορτου, ιδιαίτερα σε παθήσεις του συκωτιού, αλλά και στη φαρυγγίτιδα, στις δυσεντερίες και σε άλλα. Μερικές φορές οι ιδιότητες των φυτών λάμβαναν ίσως φανταστικές διαστάσεις, όπως π.χ. στην περίπτωση του κρητικού δικτάμου, το οποίο κατά τον Αριστοτέλη έτρωγαν οι χτυπημένοι από κυνηγούς αίγαγροι, τα σημερινά κρι-κρι, και γίνονταν καλά (εικ.22).
Εικ.22
Μέσω πάντως πολλών λατινικών και αραβικών μεταφράσεων (εικ.23, αριστερά) οι συγγραφές του Διοσκουρίδη επηρέασαν μαζί με τα ανάλογα συγγράμματα του Γαληνού τις μετέπειτα ιατρικές πρακτικές και επέζησαν ως τις μέρες μας στις σχετικές λαϊκές γνώσεις (εικ.23, δεξιά καλόγερος του Αγ. Όρους συλλέγει θεραπευτικά φυτά).
Εικ.23
Στις αγορές ριζοτόμοι, αρωματοπώλες και φαρμακοπώλες πουλούσαν φάρμακα που έφτιαχναν οι ίδιοι, αλλά οι γιατροί τους θεωρούσαν όλους αυτούς κομπογιαννίτες και προτιμούσαν να αγοράζουν την πρώτη ύλη και να φτιάχνουν οι ίδιοι τα φάρμακα. Ο Γαληνός μάλιστα φρόντισε να ενημερωθεί για τους τρόπους νοθείας που χρησιμοποιούσαν οι προμηθευτές, ώστε να είναι βέβαιος για την ποιότητα των φαρμάκων του. Από την αρχαιότητα έχουν σωθεί φιαλίδια που περιείχαν φάρμακα από γνωστούς προμηθευτές, στους οποίους το κοινό είχε εμπιστοσύνη. Τέτοια είναι π.χ. τα μολύβδινα φιαλίδια με τη σφραγίδα του Νυμφοδώρου από την Πριήνη, ο οποίος κατασκεύαζε τον 3ο και 2ο π.Χ. αιώνα το φάρμακο λύκιον και το διακινούσε στη Μεσόγειο ή το κενταύριον του Απολλωνίδου (εικ.24). Το λύκιο παρασκευαζόταν από το χυμό της ρίζας ενός θαμνώδους φυτού, του ράμνου (πολλά είδη: βουρβουλιά, κιτρινόξυλο, λευκαγκαθιά, μαυραγκαθιά κ.ά.) και χρησίμευε για την καταπολέμηση παθήσεων του δέρματος, της δυσκολίας στην πέψη, ακόμα και για τη θεραπεία της λύσσας.
Εικ.24
Με τα θεραπευτικά υλικά οι γιατροί κατασκεύαζαν επίσης χάπια και αλοιφές ή κολλύρια. Τα χάπια τα αποκαλούσαν τροχίσκους, και γίνονταν με ανάμειξη του φαρμάκου με λίπος σε ρευστή κατάσταση, και στη συνέχεια πήξη του μίγματος. Από τα βόρεια σύνορα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, όπου οι λεγεώνες διατηρούσαν στρατόπεδα και αναρρωτήρια, προέρχονται πολλά σχετικά αντικείμενα, όπως π.χ. το καπάκι μιας μολύβδινης πυξίδας φαρμάκων από τα χρόνια του Χριστού (εικ.25Α), πάνω στο οποίο διαβάζουμε ex radice britanica, δηλαδή ότι το φάρμακο που περιείχε είχε γίνει από την βρετανική ρίζα, ένα είδος λαπάθου, (το λαϊκό όνομα είναι ξινήθρα), το οποίο φύεται άφθονα στη Βρετανία.Τις αλοιφές και τα κολλύρια για τα μάτια τα έφτιαχναν με τον ίδιο τρόπο, ή με κερί αντί για λίπος. Αυτά πλάθονταν σε μορφή μικρών ράβδων, που τις αποκαλούσαν αρτίδια, δηλαδή ψωμάκια. Προτού κρυώσει το μίγμα σφραγιζόταν με τη “συνταγή” του γιατρού ή τα αντίστοιχα στοιχεία του παρασκευαστή, και αφού έπηζε, διοχετευόταν στην κατανάλωση. Στον ασθενή το αρτίδιο δινόταν ολόκληρο ή κομμάτια του διαλυμένα σε γάλα ή ασπράδι αυγού. Εκατοντάδες από τέτοια φάρμακα έχουν σωθεί από τις βόρειες ρωμαϊκές περιοχές. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αρτίδιο του παρασκευαστή Κασσίου Δορυφόρου (εικ.25Γ). Βρέθηκε σε τάφο στην Κολωνία και πάνω του αναγράφεται ο παρασκευαστής, το συστατικό και η πάθηση για την οποία προορίζεται: C. Cass(ii) Doryp(hori) (diamy)sus ad diat(hesis) [ = από τον Κάσσιο Δορυφόρο, για αποτρεπτικό κακώσεων (των οφθαλμών), δηλαδή φλεγμονών, προς βοήθεια της διάθεσης, δηλαδή της υγείας της οφθαλμικής περιοχής]. Τα βασικά του συστατικά βρέθηκαν με ανάλυση ότι ήταν μόλυβδος και λιπαρά οξέα με πρόσμιξη καλίου, ασβεστίου και θειικού ασβεστίου, δηλαδή στυπτηρίας. Χαρακτηριστικό πάλι παράδειγμα των σφραγίδων που χρησιμοποιούσαν για την σφράγιση των αρτιδίων είναι οι σφραγίδες από στεατίτη του Ιανουαρίου στο Mainz της Γερμανίας που προέρχονται από την πόλη Reims των αυτοκρατορικών χρόνων (εικ.56Β). Στις τέσσερις στενές πλευρές του πλακιδίου της σφραγίδας (η κάθε πλευρά 1 Χ 5 εκ.) είναι σκαλισμένα με ανάποδη γραφή ανάλογα στοιχεία με αυτά που είδαμε στο αρτίδιο για τέσσερα διαφορετικά φάρμακα: Ianuar(i) diapsoricum ad claritat(em), δηλαδή «του Ιανουαρίου αλοιφή ψώρας για την καθαρότητα (της όρασης)», Ianuar(i) euvvode(s) ad aspritudines, δηλαδή «του Ιανουαρίου ευωδιαστό για το τράχωμα» κ.ο.κ.
Εικ.25
Η προληπτική αλλά και η θεραπευτική ιατρική απαιτούσε ήδη κατά την αρχαιότητα διάφορα είδη δίαιτας, που μας έχουν σωθεί σε σχετικά κείμενα (εικ.26Α), γραμμένα στην πέτρα ή σε παπύρους. Ένα παράδειγμα είναι το ευχαριστήριο κείμενο που έγραψε τον 2ο μ.Χ. αιώνα σε αναθηματική στήλη στο ιερό του Ασκληπιού της Επιδαύρου ο Μάρκος Ιούλιος Απελλάς από την Μικρά Ασία25. Ο Απελλάς έπασχε από δυσπεψία. Εκτός από τα λουτρά και τη γυμναστική, ο θεός του παρήγγειλε να τρώει ψωμί, τυρί, σέλινα και μαρούλι και να πίνει γάλα με μέλι. Γράφει χαρακτηριστικά: μια μέρα που ήπια μόνο γάλα μου είπε ο θεός «μέλι να βάλεις στο γάλα, για να γίνει εύπεπτο».
Εκτός όμως από τη δίαιτα και τα φάρμακα η αντιμετώπιση των ασθενειών προέβλεπε και πλήθος επεμβάσεων που απαιτούσαν ειδικά εργαλεία26. Για τα εργαλεία αυτά μαθαίνουμε από αρχαίες παραστάσεις και από ευρήματα σε ιερά και σε τάφους. Το εργαλείο το οποίο όπως είδαμε έφθασε από πολύ ενωρίς να αποτελέσει το σύμβολο της ιατρικής δραστηριότητας ήταν η σικύα, δηλαδή η βεντούζα (εικ.26Β, στήλη γιατρού στη Βασιλεία, στο βάθος μπροστά στο πρόσωπό του δύο σικύες, 5ος π.Χ. αι., Γ, σικύες σε κρεμάστρα, από το Bingen της Γερμανίας, 2ος μ.Χ. αι., Δ, σικύες στις δύο πλευρές εργαλειοθήκης γιατρού, αναθηματικό ανάγλυφο από το Ασκληπιείο της Αθήνας, αυτοκρατορικοί χρόνοι). Βεντούζες από πηλό, χαλκό ή αργότερα γυαλί εφαρμόζονταν στο σώμα με αφαίρεση του αέρα, που επιτυγχανόταν ή με τοποθέτηση αναμμένου φυτιλιού από κάτω της, το οποίο βέβαια έσβηνε αμέσως μετά την αεροστεγή εφαρμογή, ή με αναρρόφηση του εγκλειόμενου αέρα με διάφορους τρόπους. Ο Ήρων από την Αλεξάνδρεια από τον 3ο π.Χ. αιώνα περιγράφει μια εξελιγμένη βεντούζα, η οποία διέθετε διάφραγμα στη μέση. Ο γιατρός αφαιρούσε τον αέρα από μια βαλβίδα στον ανώτερο χώρο και αφού τοποθετούσε την βεντούζα άνοιγε μια δεύτερη βαλβίδα, που άφινε τον αέρα του κάτω χώρου να διαφύγει προς τον ανώτερο. Έτσι επιτυγχανόταν με αυτόν τον τύπο το κενό αέρα στη βάση, που στις κοινές βεντούζες γινόταν με το καιόμενο φυτίλι. Το κενό αέρα προκαλούσε την επιδιωκόμενη αυξημένη αιμάτωση στην περιοχή εφαρμογής. Πιο επίπονη ήταν η αφαίμαξη με τις βεντούζες. Στην περίπτωση αυτή πριν από την εφαρμογή χαρασσόταν το δέρμα. Ήταν οι παραδοσιακές “κοφτές” βεντούζες.
Βασικά όμως εργαλεία του γιατρού ήταν και τα διάφορα μαχαίρια και νυστέρια. Σε ένα αναθηματικό ανάγλυφο της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής εποχής από το Ασκληπιείο της Αθήνας (εικ.26Δ) εικονίζεται μια εργαλειοθήκη γιατρού ανάμεσα σε βεντούζες. Μέσα της είναι τοποθετημένα τρία μαχαίρια με πλατειά καμπύλη λεπίδα ειδικά για τη χάραξη του δέρματος στις κοφτές βεντούζες και γενικά την αφαίμαξη, αλλά και για την αφαίρεση του πύου από διάφορα εμπυήματα. Υπάρχουν ακόμη δύο απλούστερα μαχαίρια με στενή καμπύλη λεπίδα και ένας αναβολέας για την ανάταξη οστών. Ενδιαφέρουσα είναι και η μορφή σπάτουλας που έχει η λαβή των μαχαιριών. Η λαβή γινόταν επίσης εργαλείο μετά την τομή για να διαστείλει ο γιατρός τα χείλη της πληγής, ή σε εγχειρίσεις π.χ. φλεβίτιδας, για να ξεχωρίσει τις φλέβες από τη σάρκα.
Εικ.26
Μερικά εργαλεία ήταν πολυτελή, με επίχρυσες ή επάργυρες λαβές (εικ.27Α). Υπήρχαν και ειδικότερα μαχαίρια, νυστέρια (εικ.27β), ψαλίδια (εικ.27Ζ), μαχαίρια με λεπτή πλατειά λεπίδα για κόψιμο και καυτηριασμό (εικ.27Γ), φλεβοτόμα για αφαιμάξεις(εικ.27Δ-Ε), ένα λεπτό νυστέρι για την αφαίρεση του πολύποδα στη μύτη (εικ.28Α, από την Έφεσο, ρωμαϊκή αυτοκρατορική εποχή), το σταφυλοτόμον για την αφαίρεση της σταφυλής στο λάρυγγα και του πτερυγίου στο μάτι (Εικ.28Β, από την Έφεσο, σταφυλοτόμον ή λιθοτόμον για την αφαίρεση πέτρας στην κύστη), ή το αγκυλοτόμον με δρεπανοειδή λεπίδα για την αφαίρεση των αμυγδαλών (Εικ.28Γ, από την Έφεσο, ομοίως). Για την αφαίρεση νεκρού εμβρύου, κατά την οποία γινόταν ένας επίπονος τεμαχισμός της κεφαλής και των ώμων του εμβρύου μέσα στο σώμα της μητέρας, είχε εφευρεθεί ένα μικρό δίκοπο μαχαιράκι σε σχήμα νυχιού, ο όνυξ, που στερεωνόταν με δαχτυλίδι στον αντίχειρα του γιατρού. Την εργασία με τα νυστέρια εξυπηρετούσε και μια σειρά από άγκιστρα και βελόνες (εικ.28Δ,Ζ. Ε, θήκες για βελόνες ). Τα άγκιστρα μπορούσαν να είναι αιχμηρά για να συγκρατούν γλιστερά μέρη κατά την επέμβαση, π.χ. ιστούς και αιμοφόρα αγγεία, ή να έχουν αμβλεία απόληξη για να κρατούν ανοικτά τα χείλη του τραύματος, ή ακόμα και να συνδυάζουν τις δύο δυνατότητες. Για την ραφή των τραυμάτων χρησιμοποιούσαν όπως και σήμερα βελόνες με λινή ή μάλλινη κλωστή. Για λεπτές επεμβάσεις, όπως π.χ. για τον καταρράκτη στο μάτι, χρησίμευαν άλλες βελόνες με αδρές λαβές για σταθερό κράτημα και πάχυνση σε κάποιο σημείο, ένα είδος φρένου για ελεγχόμενη εισχώρηση.
Εικ.20
Εικ.28
Για τις χειρουργικές επεμβάσεις στα οστά υπήρχαν επίσης ειδικά εργαλεία. Μολονότι οι ακρωτηριασμοί οστών εθεωρούντο από τον Ιπποκράτη περιττό τόλμημα και ήταν γενικά σπάνιοι, γνωρίζουμε ότι για την περίπτωση χρησιμοποιούνταν πριόνια και κοπίδια (εικ.29Α-Β). Για την ανάταξη σπασμένων ή εξαρθρωμένων οστών είδαμε ήδη στο ανάγλυφο με την εργαλειοθήκη γιατρού από το Ασκληπιείο της Αθήνας ότι υπήρχαν οι αναβολείς, μοχλοί δηλαδή με πλατειές και καμπύλες απολήξεις για να επαναφέρονται τα οστά στη σωστή τους θέση. Για την κρανιοτομία, προκειμένου να απομακρυνθούν εμπιέσματα οστών ή να αντιμετωπισθούν αιματώματα, είχαν αναπτυχθεί ειδικά τρυπάνια (εικ.29Γ), που είχαν τη μορφή μικρού κυλίνδρου με πριονωτά χείλη κάτω και σταυρωτό οδηγό στο εσωτερικό που κανόνιζε το βάθος της τομής. Το τρυπάνι περιστρεφόταν κατά την εφαρμογή του τυλιγμένο στη χορδή ενός δοξαριού. Ο γιατρός μπορούσε όμως, εφόσον το επέτρεπε η περίπτωση, να μη χρησιμοποιήσει τέτοιο τρυπάνι και να καθαρίσει την τραυματισμένη περιοχή με απόξεση με τα εργαλεία που είδαμε πιο πάνω.
Εικ.29
Οι επεμβάσεις στο κρανίο τεκμηριώνονται με ευρήματα από πολύ παλιά, από τη Νεολιθική εποχή, αν και τότε δεν ξέρουμε αν απέβλεπαν σε θεραπεία ή γίνονταν για θρησκευτικούς λόγους. Στον Ελληνικό χώρο έχουμε όμως αποδείξεις ότι ήδη τον 7ο π.Χ. αιώνα θεραπευτικές επεμβάσεις στο κρανίο εφαρμόζονταν με ειδική γνώση, όπως δείχνει το κρανίο νεκρής που αποκαλύφθηκε πρόσφατα στα Άβδηρα (εικ.30, πβ. και κρανίο από τη Χίο)27. Εδώ ο γιατρός χρησιμοποίησε τη λεπτή τεχνική της απόξεσης για να αφαιρέσει τα θραύσματα χωρίς τον κίνδυνο να προξενήσει περαιτέρω σχισμοειδή κατάγματα με τον πριονισμό.
Εικ.30
Αναγκαίο συμπλήρωμα όμως στο εργαλειακό οπλοστάσιο του γιατρού ήταν και διάφορα είδη από λαβίδες και τανάλιες (εικ.31Α-Β), κατάλληλα για τον χειρισμό μαλακών ιστών, όπως οι αμυγδαλές, οι σταφυλές, οι αιμορροΐδες, ή για την εξαγωγή θραυσμάτων οστών ή ξένων σωμάτων. Υπήρχαν περαιτέρω και ειδικά όργανα για ειδικές περιπτώσεις, όπως καθετήρες και ενδοσκόπια. Οι καθετήρες (εικ.31Δ), που ήταν λεπτοί χάλκινοι σωλήνες, χρησιμοποιούνταν σε περιπτώσεις κατακράτησης ούρων και εισάγονταν από την ουρήθρα. Για τους άντρες ήταν μακριοί και κυρτοί όπως το λατινικό S, για τις γυναίκες πιο κοντοί και ίσιοι. Τα ενδοσκόπια ή διαστολείς (εικ.31Γ), οι διόπτρες των αρχαίων, χρησιμοποιούνταν για την εξέταση της μήτρας και του ορθού. Τα προοριζόμενα για την εξέταση του πρωκτού ήταν μικρά, με δύο έμβολα που άνοιγαν εισαγόμενα στο σώμα με πίεση των λαβών, ενώ τα κολποσκόπια ήταν μεγαλύτερα και διέθεταν τρία έμβολα, που άνοιγαν με τη βοήθεια κοχλιωτού μηχανισμού για την εξέταση της μήτρας. Το ένα από αυτά αποτραβιόταν με τον κοχλία, αφίνοντας τα άλλα δύο, που ήταν εφαρμοσμένα πάνω σε ελατήρια με τάση προς τα έξω, να ανοίγουν προοδευτικά.
Εικ.31
Θα αναφέρουμε μια ακόμη κατηγορία βοηθητικών εργαλείων που χρησιμοποιούσε ο γιατρός κατά την εξέταση ή τις επεμβάσεις. Τα εργαλεία αυτά ήταν γνωστά ως μήλες ή κοπάρια (εικ.32Α-Β) και είχαν το σχήμα μικρής σπάθης ή κουταλιού με μακρύ στέλεχος που κατέληγε σε ένα κόμπο, που ονόμαζαν ελαία. Με αυτά μετρούσαν το βάθος των τραυμάτων, έβλεπαν το λαιμό για τις αμυγδαλές, καυτηρίαζαν, έβαζαν φάρμακα σε πληγές, καθάριζαν τα αυτιά, έκαναν αποξέσεις και πολλά άλλα.
Τα φάρμακα και τα εργαλεία τους φύλασσαν και έπαιρναν μαζί τους κατά τις επισκέψεις οι γιατροί μέσα σε ειδικά κιβώτια και εργαλειοθήκες, που συχνά ήταν πλούσια διακοσμημένα. Οι ιατρικές αυτές “τσάντες” απεικονίζονται συχνά πάνω σε μνημεία, όπως π.χ. οι εργαλειοθήκες που είδαμε στο ανάγλυφο από το Ασκληπιείο της Αθήνας και στα δύο ανάγλυφα από την Όστια (εικ.32Δ, Ε, Η), ή μια τέταρτη που απεικονίζεται πάνω σε επιτύμβιο μνημείο γιατρού του 1ου μ.Χ. αιώνα από την Πέργαμο (εικ.32Ζ). Έχουν όμως σωθεί και αρχαία τέτοια αντικείμενα, όπως η χάλκινη κυλινδρική εργαλειοθήκη στη Βόννη από τα ρωμαϊκά χρόνια (εικ.32Γ), γεμάτη με διάφορες μήλες, ή τo ξύλινο κιβωτίδιο στο Βερολίνο και το ελεφαντοστέινο στην Ελβετία (εικ.33Α-Β), που στις θήκες τους ήταν αποθηκευμένα διάφορα φάρμακα. Και τα δύο φέρουν χαρακτηριστική ένθετη ή ανάγλυφη διακόσμηση με κεντρική μορφή τον Ασκληπιό.
Εικ.32
γ. Θεραπευτικά κέντρα.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, νοσοκομεία με τη σημερινή έννοια δεν υπήρχαν στην αρχαιότητα. Οι δημόσιοι γιατροί προσέφεραν τις υπηρεσίες τους όπως και οι υπόλοιποι στο χώρο τους ή με επισκέψεις. Ως θεραπευτικά κέντρα κατά την αρχαιότητα μπορούν να χαρακτηρισθούν μόνο τα ιερά των ιαματικών θεών, από τους οποίους ο κύριος θεραπευτής ήταν ο Ασκληπιός. Μαζί με την οικογένειά του (εικ.33Γ-Ζ)28, τη γυναίκα του Ηπιόνη, τους γιούς του Μαχάονα και Ποδαλείριο και τις κόρες του Υγεία, Ακεσώ, Ιασώ και Πανάκεια λατρεύθηκε σε παραπάνω από 200 Ασκληπιεία στο χώρο της Μεσογείου. Οι αρχές της λατρείας του, που πρέπει να αναζητηθούν στη Θεσσαλία, χάνονται στους παλιότερους χρόνους. Το αντιπροσωπευτικότερο και πιο σεβάσμιο όμως ιερό του ήταν το Ασκληπιείο της Επιδαύρου (εικ.34, πάνω μακέτα του ιερού στα κλασικά χρόνια, κάτω τα κτίρια στο κέντρο του). Η λατρεία του εκεί ξεκίνησε το αργότερο στα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα και έφθασε στην πλήρη ακμή της κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα. Ο ναός του θεού, η θόλος, σύμβολο της υπόγειας κατοικίας του, το Άβατο με το ιερό φρέαρ, χώρος της θαυματουργικής ίασης, το στάδιο και τα λουτρά, το μεγάλο ξενοδοχείο και πολλές άλλες δευτερεύουσες εγκαταστάσεις αποτέλεσαν τα στοιχεία ενός ολοκληρωμένου θρησκευτικού θεραπευτικού συγκροτήματος.
Εικ.34
Ανάλογα ήταν τα στοιχεία και στο άλλο μεγάλο Ασκληπιείο στην Κω (εικ.35, ο Ασκληπιός φθάνει στηνΚω, μακέτα και τα τρία άνδηρα του ιερού), το οποίο όπως είδαμε σχετιζόταν περισσότερο με την εξέλιξη της επιστημονικής ιατρικής. Το ιερό αυτό αναπτύχθηκε πάνω σε τρία άνδηρα με στοές, κρήνες και λουτρά στο πρώτο, τον κύριο χώρο της λατρείας με τους ναούς και το βωμό στο δεύτερο, και ένα ακόμη ναό και στοές που λειτουργούσαν ως εγκοιμητήριο στο τρίτο.
Εικ.35
Τα περισσότερα πάντως Ασκληπιεία υπερηφανεύονταν ότι παρέλαβαν τη λατρεία από την Επίδαυρο. Ένα από τα παλαιότερα ήταν το Ασκληπιείο της Αθήνας (εικ.36), στην οποία υποδέχθηκε το θεό ο Σοφοκλής το 420 π.Χ., και γι’ αυτό ο ποιητής ονομάσθηκε Δεξίων. Και εδώ ναός, πηγή και Άβατο είναι οι κύριες εγκαταστάσεις της λατρείας.
Εικ.36
Ανάλογα ήταν και τα Ασκληπιεία της Κορίνθου (εικ.37Α, κάτοψη των δύο επιπέδων του ιερού, άνω ναός και εγκοιμητήριο, κάτω εστιατόρια και πηγή, Β, άποψη του κάτω επιπέδου, Γ, πήλινα αναθήματα ιαθέντων ή προς ίαση μελών του σώματος), της Τροιζήνας (εικ.38, κάτοψη του ιερού και άποψη του εστιατορίου) και πολλά άλλα. Άλλο ένα σημαντικό Ασκληπιείο ήταν το ιερό της Περγάμου (εικ.39Α, κάτοψη του ιερού, Β, το θέατρο, Γ, άποψη του ιερού από την Αυλή με πρόπυλο, Δ, υπόγειος διάδρομος).
Εικ.37
Εικ.38
Εικ.39
Ιδρύθηκε νωρίς από τον Αρχία, ευγνώμονα στον Ασκληπιό κάτοικο της Περγάμου, που γιατρεύτηκε στην Επίδαυρο από στραμπούλιγμα του ποδιού σε κυνήγι. Τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα από τα ερείπιά του την απέκτησε κατά την εποχή της Ρωμαιοκρατίας, και σ’ αυτήν όμως κυριαρχούν ως βασικά στοιχεία η πηγή, ο ναός και το εγκοιμητήριο. Ένα διώροφο κυκλικό κτίριο διαμέτρου 60 μ. στη νοτιοανατολική πλαγιά, με εξωτερικό κυκλικό διάδρομο στο ημιυπόγειο επίπεδο και συμπαγή εσωτερικό χώρο με λουτήρες στην περιφέρεια, συνδεόταν αμέσως με την περιοχή της πηγής με έναν υπόγειο διάδρομο μήκους ογδόντα μέτρων. Η χρήση του δεν είναι σαφής, θεωρείται πάντως ότι προοριζόταν για την παραμονή των ασθενών και την υποβλητική επικοινωνία τους με το θαυματουργό νερό της πηγής. Η μακρινή Ρώμη υποδέχθηκε το θεό ύστερα από ένα λοιμό και ερώτημα στο μαντείο των Δελφών το 293 π.Χ. (εικ.40Α, Νόμισμα με την άφιξη του Ασκληπιού στη Ρώμη το 294 π.Χ., Β, φανταστική αποκατάσταση του Ασκληπιείου στην Isola Tiberina, Γ, λιθογραφία των λειψάνων της πρώρας του πλοίου κατά τους νεότερους χρόνους, Δ, σημερινή εικόνα του νοσοκομείου πάνω από τα λείψανα της πρώρας του πλοίου, Ε, η πρώρα του νησιού πλοίου, Ζ, τα λείψανα του αρχαίου πλοίου).
Εικ.40
Ο Ασκληπιός με τη μορφή φιδιού μπήκε κατά την παράδοση στο πλοίο που μετέφερε την πρεσβεία των Ρωμαίων στην Επίδαυρο, και όταν έφθασαν στον Τίβερη γλίστρησε στο νερό και αποβιβάσθηκε στο νησί του ποταμού κοντά στη Ρώμη, όπου και ιδρύθηκε το ιερό του. Όμως ο Ασκληπιός δεν ήταν ο μόνος θεραπευτής θεός. Ο πατέρας του ο Απόλλων, ως Παιήων, δηλαδή ως μαγικός θεραπευτής, εμφανίζεται ήδη στα μυκηναϊκά κείμενα και τον Όμηρο, ενώ στην Απολλωνία του Πόντου λατρευόταν ως Ιατρός (εικ.41Α, νόμισμα Απολλωνίας με κεφαλή Απόλλωνος, Β, ανάθημα στον Απόλλωνα και Ασκληπιό στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου, Γ, άποψη από ΒΑ του ιερού του Απόλλωνος Μαλεάτα στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου). Στο ιερό της Επιδαύρου, αλλά και σε πολλά άλλα Ασκληπιεία, συλλατρευόταν με τον Ασκληπιό.
Εικ.41
Το πρόσωπο του θείου θεραπευτή μπορούσε να εμφανίζεται και με τη μορφή ενός ήρωα. Τέτοιος ήταν ο Άμυνος (= ο αποτρέπων) στην Αθήνα, που είχε ένα ταπεινό περίβολο στους πρόποδες της Ακρόπολης, όπου έβρισκαν από τον 6ο π.Χ. αιώνα τουλάχιστον τη γιατρειά τους οι πάσχοντες (εικ.42Β: ανάθημα κνήμης με κιρσούς του Λυσιμαχίδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα). Το πιο χαρακτηριστικό όμως θεραπευτικό ιερό ήρωα ήταν το ιερό του Αμφιαράου στον Ωρωπό (εικ.42Α), όπου πάλι αναγνωρίζονται τα βασικά στοιχεία της λατρείας. Πρώτα από όλα η πηγή, όπου πίστευαν ότι ξανανέβηκε στη γη αθάνατος πια ο ήρωας. Ο Αμφιάραος είχε – όπως ο Ασκληπιός – χωθεί στη γη από τον κεραυνό του Διός μετά την ατυχή εκστρατεία των Επτά εναντίον των Θηβών. Στην πηγή εδώ έριχναν μάλιστα μετά την ίαση χρυσά ή ασημένια νομίσματα. Στο ιερό υπήρχαν επίσης τα κοιμητήρια και τα λουτρά. Στον ήρωα έκαναν επίσης αφιερώματα με μέλη του σώματος ως ευχή ή ευχαριστία για την ίασή τους (εικ.42Γ).
Εικ.42
Ο κύκλος από τη θεουργική στην επιστημονική ιατρική και από εκεί πάλι στο θαύμα κλείνει εδώ. Και σήμερα αυτό δεν είναι που απομένει ως ελπίδα μετά την εξάντληση των δυνατοτήτων της επιστήμης;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ
1. Royer, S. / Salles, C. / Trassard, F., ό.π. (Μάθημα πρώτο, σημ. 10), σ.57.
2. Για τις πληροφορίες που δίδονται εδώ τα πιο προσιτά, διεξοδικά βοηθήματα είναι το βιβλίο του Grmek, M., Diseases in the Ancient Greek World (μετάφραση στην Αγγλική των M. και L. Müllner), Baltimore / London 1989, και ο κατάλογος της έκθεσης Ν. Σταμπολίδης-Γ. Τασούλας, Ίασις. Υγεία, Νόσος, θεραπεία από τον Όμηρο στον Γαληνό, Αθήνα 2014. Επίσης J. Jouanna – V. Lambrinoudakis – P. Guilierini – D. Gourevitch, Santé, Maladie et médecine. Thesaurus Cultus et Rituum Antiquorum (ThesCRA) VI, Los Angeles 2011, 217-276.
3. Πλουτ. Περικλής, 3, 3-4. Grmek, M., ό.π. (σημ.1), σ.67.
4. IG IV2 1, αρ.127.
5. Grmek, M., ό.π. (σημ.1), σ.305-328.
6. Λ. Παρλαμά – Ν. Σταμπολίδης, Η πόλη κάτω από την πόλη. Ευρήματα από τις ανασκαφές του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου των Αθηνών, 2000, σ.272-273. Grmek, M., ό.π. (σημ.1), σ.284-304.
7. Πβ. ιστότοπο Μ. Παπαγρηγοράκης: Η κληρονομιά της Μύρτιδας.
8. Grmek, M., ό.π. (σημ.1), σ.290.
9. IG IV2 1, αρ.122, στ.69-82.
10. Grmek, M., ό.π. (σημ.1), σ.193.
11. Στον ίδιο, σ.41-42.
12. Αν., Πρώτο μάθημα, σ.6.
13. Grmek, M., ό.π. (σημ.1), σ.145.
14. Forsén, B., Griechische Gliederweihungen, 1996.
15. Καββαδίας, Π., Το ιερόν του Ασκληπιού, 1900, σ.256-267.
16. Krug, A., Αρχαία Ιατρική. Επιστημονική και θρησκευτική Ιατρική στην Αρχαιότητα (μετάφραση Ε. Μανακίδου - Θ. Σαρτζή), 1997, σ.37, εικ.6.
17. Λαμπρινουδάκης, Β., Δέκα μαθήματα Αρχαιολογίας. Οδοιπορικό από την αρχαία ελληνική τέχνη στη σύγχρονη ζωή, εκδ. Λιβάνη 2008, σ.137-141.
18. Ginouvès, R., / Guimier-Sorbets, A.-M. / Jouanna, J. / Villard, L. (εκδ.), L’eau, la santé et la maladie dans le monde Grec. Actes du colloque organisé à Paris du 25 au 27 novembre 1992. BCH Suppl. XXVIII, 1994.
19. Στους ίδιους, σ.160, σημ.20.
20. Καββαδίας, Π., ΠΑΕ 1905, σ.48-51. Lambrinoudakis, V., “Conservation and research: New evidence on a long-living cult. The sanctuary of Apollo Maleatas and Asklepios at Epidauros” στο Stamatopoulou, M. / Yeroulanou, M. (εκδ.), Excavating Classical Culture. Recent Archaeological Discoveries in Greece, 2002, σ.219-220.
21. Λαμπρινουδάκης, Β.,, ό.π. (σημ.18), σ.138-141.
22. Lambrinoudakis, V., ό.π. (σημ.21), σ.216-218.
23. Λαμπρινουδάκης, Β., “Η άσκηση της ιατρικής στον ελληνορωμαϊκό κόσμο”, Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα 29,1980, σ.13-17.
24. Λαμπρινουδάκης, Β. (εκδ.), Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Η έδρα του θεού γιατρού της αρχαιότητας. Ομάδα Εργασίας για τη Συντήρηση των Μνημείων Επιδαύρου – Περιφέρεια Πελοποννήσου, 1999, σ.17 και 22-23.
25. Καββαδίας, Π., ό.π. (σημ.16).
26. Ο ίδιος, σ.256-257.
27. Για τις πληροφορίες που περιέχονται στις επόμενες παραγράφους βλ. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.15-73. Λαμπρινουδάκης, Β., ό.π. (σημ.24).
28. ΤΑ ΝΕΑ, 21.2.2006, Ορίζοντες, σ.1/20.
29. Krug, A., ό.π. (σημ.17), σ.36-41. Médecine antique. Université de Lausanne, IVe colloque international hippocratique, Exposition, 1981, σ..53-54, αρ.19.
30. Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα 6, 1980, σ.469.
31. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.33. Λαμπρινουδάκης, Β., ό.π. (σημ.24), σ.13.
32. Ανωτ., σημ. 28.
33. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.64-67. ΤΑ ΝΕΑ / Καίμπριτζ, Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας 4, 2005, σ.112-113.
34. Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα 29, 1984 σ.12.
35. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.68-73.
36. Α. Αρχοντίδου-Αργύρη, Epidaurus, Αθήνα 1976, 8-9, εικ.57-60
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΜΕΡΟΥΣ
1. Πιο πάνω, εικ.14Α. Για τα μυκηναϊκά κείμενα βλ. Προμπονάς, Ι., “Ιατροί και φάρμακα στη μυκηναϊκή κοινωνία”, Ναξιακά 25 (63), Ιούνιος-Αύγουστος 2007, σ.14-16. Πβ. Ομηρ. Ιλ. Λ 514.
2. Berger, E., Das Basler Artzrelief, 1970, σ.154-155.
3. Στον ίδιο, σ.154, εικ.153.
4. Στον ίδιο, σ.2-23. 88 κε.
5. Στον ίδιο, σ.158-159.
6. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.197, εικ.90.
7. Λαμπρινουδάκης, Β., ό.π. (σημ.27).
8. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.187-190.
9. Berger, E., Das Basler Artzrelief, 1970, σ.80, εικ.100. Krug, A., ό.π. (Μάθημα δεύτερο, σημ. 16), σ.80.
10. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.194, εικ.88 και σ.77, εικ.15.
11. Στην ίδια, σ.199-200.
12. Στην ίδια, σ.194-196, εικ.89.
13. Berger, E., ό.π. (σημ.9), σ.103.
14. Στον ίδιο, σ.160-162.
15. Krug, A., ό.π. (Μάθημα δεύτερο, σημ.16), σ.192-193.
16. Στην ίδια, σ.35, εικ.5. Berger, E., ό.π. (σημ.9), σ.74-75, εικ.91-95. Médecine antique, ό.π. (σημ.29), σ.57, εικ.23.
17. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.49-50, εικ.12.
18. Στην ίδια, σ.201-204, εικ.91.
19. Στην ίδια, σ.180. Πβ. Πλούτ. Συμποσιακά, IV 4,1.
20. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.181-182, εικ.85.
21. Λαμπρινουδάκης, Β., ό.π. (σημ.27), σ.15-16.
22. Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.204-206, εικ.92.
23. Στην ίδια, σ.185-187.
24. Σχετικά με τα φάρμακα βλ. γενικά Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.105-121. Baumann, H., Die griechische Pflanzenwelt in Mythos, Kunst und Literatur2, 1986, σ.93-127. Λαμπρινουδάκης, Β., ό.π. (σημ.27), σ.14-15.
25. Καββαδίας, Π., Το ιερόν του Ασκληπιού, 1900, σ.279-280.
26. Σχετικά με τα εργαλεία βλ. γενικά Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.81-105. Λαμπρινουδάκης, Β., ό.π. (σημ.27), σ.13-14.
27. ΤΑ ΝΕΑ, Ορίζοντες, 21.2.2006, σ.1/19.
28. Για τα θεραπευτικά ιερά βλ. γενικά Krug, A., ό.π. (σημ.16), σ.123-170. Λαμπρινουδάκης, Β., ό.π. (σημ.27), σ.16-17. Για τον Ασκληπιό και την οικογένειά του βλ. Grimal, P., Λεξικό της Ελληνικής και Ρωμαϊκής μυθολογίας (μτφρ. Β. Άτσαλου), 1991, λήμμα Ασκληπιός.