Ο ΜΥΘΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Η ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑ
Β. Κ. Λαμπρινουδάκης
Στην αρχαία Ελληνική παράδοση καταγράφονται περισσότερες της μιας Θεογονίες, γεννήσεις και γένη δηλαδή θεών. Και επειδή οι θείες οντότητες αντιπροσωπεύουν τον αθάνατο, αιώνιο Κόσμο, η αρχή, η "γέννησή" τους, είναι η αρχή του Κόσμου, η κοσμογονία. Σε ένα μωσαϊκό στην ‘Οικία του Αιώνος’ στην Πάφο, από τον 4ο μ.Χ. αι. (εικ.1), η Θεογονία εμφανίζεται ενσαρκωμένη τη στιγμή κατά την οποία ο Ερμής φέρνει το νεογέννητο Διόνυσο για το πρώτο του λουτρό από τις Νύφες, στο οποίο παρίστανται, επίσης προσωποποιημένα, τα κοσμικά χαρακτηριστικά του νεογέννητου θεού, το Νέκταρ 9ωςε άνδρας) και η Αμβροσία. Παρούσα αριστερά είναι και η Νύσα, προσωποποίηση της γης που γέννησε το θεό. Η παρουσία της Θεογονίας λειτουργεί στην παράσταση αυτή ως σύνοψη μιας κοσμικής αρχής, του γεγονότος της γέννησης ενός θεού, που ήλεγχε ένα σημαντικό μέρος της ζωής.
Εικ. 1
Άλλες Θεογονίες προσπαθούν να προσεγγίσουν τις αρχές του κόσμου με εγκεφαλικές, μυστικιστικές ή φιλοσοφικές ερμηνείες. Εδώ θα αναλυθεί η Ησιόδεια Θεογονία, που είναι, όσο γνωρίζουμε, η πιο παλιά γνωστή συστηματική κοσμογονία. Και αυτό, γιατί το αντικείμενό μας είναι η γνήσια λαϊκή, αυθόρμητα δημιουργημένη προσέγγιση της γένεσης του κόσμου. Θα γίνουν βέβαια, παράλληλα με το Ησιόδειο σύστημα, αναφορές στις πιο σημαντικές από τις άλλες θεογονίες, για στοιχεία που συνδέονται με τις γνήσιες λαϊκές πίστεις.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο η πρωταρχική κοσμική οντότητα ήταν το Χάος. Χάος (από το χαίνω, χάσμα) σημαίνει το απόλυτο κενό, αλλά το κενό αυτό υπάρχει, είναι θετική έννοια με δυναμικό περιεχόμενο. Είναι κενό χωρίς αισθητό από τον άνθρωπο περιεχόμενο, αλλά είναι η μήτρα που περιέχει δυναμικά, και από την οποία ξεπηδούν, όλα τα συγκεκριμένα, απτά στοιχεία του κόσμου. Είναι το απόλυτο θείον, που δεν μπορεί να φτάσει, να εποπτεύσει η ανθρώπινη αίσθηση και ο πεπερασμένος ανθρώπινος νους. Αυτή την ουσία του θείου την αποδίδει με τον καλύτερο τρόπο η χριστιανική πρώτη ευχή του Εσπερινού της Πεντηκοστής: “… άναρχε, αόρατε, ακατάληπτε, ανεξιχνίαστε, αναλλοίωτε, ανυπέρβλητε, αμέτρητε … Κύριε, ο μόνος έχων αθανασίαν…”. Στην παραστατική τέχνη της αρχαιότητας η μόνη γνωστή απεικόνιση του Χάους είναι σε ένα μωσαϊκό του 2ου μ.Χ. αιώνα από την Οικία του Μιθραίου στη Mérida της Ισπανίας (εικ.2). Σ’ αυτήν προβάλλεται στο κέντρο ο προσωποποιημένος Ουρανός, ο γενάρχης των θεών και η πρώτη αισθητή από τον άνθρωπο άπειρη οντότητα του κόσμου. Δίπλα του όμως παρίστανται δύο ακόμη προσωποποιημένες οντότητες, από τις οποίες προέκυψε ο Ουρανός και η γενιά των θεών. Αριστερά είναι ο Χρόνος, μια ανάλογη με το Χάος δυναμική οντότητα, απεριόριστη και κενή αρχικά, αλλά έτοιμη να γεμίσει με γεγονότα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ορφική Θεογονία είναι αυτός που γεννά το Χάος. Εδώ το Χάος εικονίζεται ως γενειοφόρος άνδρας στα δεξιά του Ουρανού. Το Χάος, η αρχή του κόσμου, ως αρχή, εντάσσεται και αυτό μέσα στο χρόνο, προκύπτει από τον Χρόνο.
Εικ. 2
Το Χάος γέννησε κατά τον Ησίοδο χωρίς συνεύρεση έξη παιδιά, τρία αρσενικά και τρία θηλυκά, τα οποία με τη σειρά τους ενώθηκαν σε ερωτικά ζευγάρια και γέννησαν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία του κόσμου, συνθέτοντας δηλαδή ολόκληρο το κοσμικό σύστημα.
Το πρώτο ζευγάρι ήταν o Έρεβος και η Νυξ (εικ.3), δύο οντότητες που παραπέμπουν στη δύναμη της γης και της φύσης παράλληλα με τη λειτουργία του θανάτου στη ζωή των έμβιων όντων. To έρεβος, λέξη που στη ρίζα της έχει τη γη (έρα ~ terra, γη, βλ. ένεροι νεκροί) ήταν για τους αρχαίους το σκοτεινό πέρασμα από τη γη στον Άδη, και η σκοτεινιά της νύχτας με την αναστολή των δραστηριοτήτων της ζωής παρέπεμπε επίσης στην πένθιμη πλευρά της ζωής.
Εικ. 3
Αυτό το πένθιμο, χθόνιο ζευγάρι του Ερέβους και της Νυκτός γέννησε μια σειρά από προσωποποιημένες οντότητες που έχουν σχέση με το θάνατο, αλλά και με τη δύναμη της ζωής να αναπαράγεται μέσα από αυτόν: Γέννησαν τον Θάνατο και τον Ύπνο, μια μορφή ζωής που μοιάζει με νέκρωση (εικ.4).
Εικ. 4
Γέννησαν επίσης τις Κήρες, πνεύματα του θανάτου και της εκδίκησης (εικ.5).
Εικ. 5
Και γέννησαν ακόμα την Έριδα, που οδηγεί σε καταστροφικό ανταγωνισμό, τη Νέμεση, που στη θρησκευτική σκέψη των αρχαίων σήμαινε την τιμωρία στη μετά θάνατον ζωή, αλλά και την Φιλότητα, δηλαδή την φιλία και την ερωτική έλξη (εικ.6).
Εικ. 6
Το δεύτερο ζευγάρι των παιδιών του Χάους ήταν η Ημέρα και ο Αιθήρ, δηλαδή το φως και ο αέρας ως χώρος, που συνιστούν τον τόπο της ζωής, τον Πάνω Κόσμο (πβ. εικ.3), το άλλο μισό του ανθρώπινου σύμπαντος, δηλαδή το επίγειο δίπλα στο χθόνιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτό το ζευγάρι γέννησε κατά μία εκδοχή του μύθου, τον Ουρανό (εικ.7, πβ. εικ.2), τον γενάρχη, όπως θα δούμε, των αρχαίων θεών.
Εικ. 7
Το τρίτο ζευγάρι των παιδιών του Χάους ήταν η Γαία, η προσωποποίηση της γης που παράγει τα πάντα (εικ.8), και ο Έρως το δυναμικό στοιχείο του Κόσμου, η δύναμη που κινεί τον Κόσμο να δημιουργεί και να παράγει.
Εικ. 8
Έρως δεν σήμαινε μόνο την ερωτική έλξη, αλλά γενικότερα την αγάπη, την επιθυμία για κάτι και για την κατάκτησή του. Γι’ αυτό π.χ. ο Έρως εικονιζόταν συχνά από τους αρχαίους να προωθεί την αύξηση των φυτών, ως ευνοϊκή δύναμη για την ευδοκίμησή τους (εικ.9). Το τρίτο αυτό ζεύγος παιδιών που γέννησε το Χάος είναι προφανές ότι ενσάρκωσαν την παραγωγική λειτουργία της Φύσης.
Εικ. 9
Ο Ησίοδος διέσωσε σχετικά με αυτό το τελευταίο ζεύγος μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εκδοχή του μύθου, που όπως θα δούμε αναλυτικότερα στο Κεφάλαιο 2[1], εκφράζει την αρχετυπική ιδέα της λειτουργίας της Φύσης και της ζωής. Η Γαία σύμφωνα με αυτή την εκδοχή γέννησε μόνη τον Ουρανό. Στη συνέχεια ζευγάρωσε μαζί του και απέκτησε μ’ αυτόν πολλά παιδιά. Η Γαία εδώ έχει τη διπλή ιδιότητα της μητέρας και συζύγου και ο Ουρανός αντίστοιχη διπλή ιδιότητα, του τέκνου και συζύγου. Οι πρωταρχικοί αυτοί θεοί, στην αρχή της δημιουργίας, ενσαρκώνουν αφενός τη γη, η οποία γεννά τα φυτά και τον καρπό τους και γονιμοποιείται στη συνέχεια από τον καρπό που γέννησε, και αφετέρου τον καρπό, το γέννημα, το οποίο, αφού γεννηθεί και ωριμάσει, επιστρέφει στη γη και την γονιμοποιεί αυτήν που το γέννησε.
Η Γαία και ο Ουρανός (εικ.10) ήταν ιδιαίτερα γόνιμοι: Έφεραν στη ζωή τη γενιά των Τιτάνων (έξη Τιτάνες και έξη Τιτανίδες), που κυβέρνησε τον κόσμο πριν από τους Ολύμπιους θεούς, τους τρεις Κύκλωπες με το μοναδικό μάτι ο καθένας στο μέτωπο και με την τεράστια δύναμη, που οι θεοί τους χρησιμοποίησαν για να ανέλθουν στην εξουσία, αλλά τελικά τους έκλεισαν στα Τάρταρα, και τους τρεις Εκατόγχειρες, γιγαντόσωμα τέρατα με εκατό χέρια και πενήντα κεφάλια, που κι αυτοί εμπλέχθηκαν στους αγώνες των θεών για την εξουσία του κόσμου αλλά κατέληξαν στα Τάρταρα (εικ.11).
Εικ. 10
Εικ. 11
Οι Τιτάνες ήταν οι αρχέγονοι θεοί (η ρίζα του ονόματος είναι η ίδια με των τίταξ και τιτήνη, που στον Ησύχιο ερμηνεύονται ως δυνάστης και βασιλίς) που καταργήθηκαν από τη νεότερη γενιά των Ολυμπίων. Και οι τρεις ομάδες παιδιών πάντως (εικ.12, για τον Κρόνο και τη Ρέα βλ. πιο κάτω) χαρακτηρίζονται έντονα από τα γονίδια της μητέρας τους Γαίας, είναι χθόνιες υπάρξεις, που αφού έδρασαν στη ζωή κατέληξαν στα έγκατα της γης, στον σκοτεινό Άδη. Η τερατόμορφη υπόσταση των Κυκλώπων και των Εκατογχείρων είναι χαρακτηριστική των δυνάμεων του μύθου που κινούνται στο σκότος.
Εικ. 12
Ανάμεσα όμως στα πολλά παιδιά του Ουρανού και της Γαίας με τα χθόνια χαρακτηριστικά, το τελευταίο ζευγάρι των Τιτάνων, ο Κρόνος και η Ρέα (εικ.12-13), προσωποποίησαν στο μύθο με τον πιο άμεσο τρόπο τη λειτουργία της Φύσης, την αέναη δηλαδή επανάληψη του κύκλου ζωή-θάνατος-νέα ζωή: Η Γαία, διηγούνταν, ενοχλημένη από την υπερβολική γονιμοποίησή της από τον Ουρανό, ζήτησε για να τον σταματήσει τη βοήθεια των παιδιών της. Όλα αρνήθηκαν εκτός από το στερνοπαίδι της τον Κρόνο, ο οποίος με ένα δρεπάνι που αυτή του έδωσε – άρπη το έλεγαν οι αρχαίοι – στέρησε από τα γεννητικά του όργανα τον Ουρανό. Το δρεπάνι, το αγροτικό όργανο της συγκομιδής, στα χέρια του Κρόνου δείχνει ποια στιγμή αυτού του αέναου κύκλου της ζωής ενσάρκωνε ο μύθος της κοπής των γεννητικών οργάνων του Ουρανού.
Εικ. 13
Είναι η στιγμή της ωρίμανσης και της φθοράς του παλαιού και της επιστροφής του στη γη, γι’ αυτό και ο ακρωτηριασμός στο μύθο γίνεται με την προτροπή και τη βοήθεια της Γαίας. Η επιστροφή την γονιμοποιεί, γι’ αυτό, σύμφωνα με τη συνέχεια στο μύθο, από το αίμα του ακρωτηριασμού του Κρόνου που έπεσε στη γη γεννήθηκαν μέσα από αυτήν οι Ερινύες, φτερωτά όντα με φίδια στα μαλλιά που ταλαιπωρούσαν τους ενόχους εγκλημάτων, οι Γίγαντες, υπερφυσικές μορφές με φιδίσια πόδια και τεράστια δύναμη που ηττήθηκαν τελικά από τους Ολύμπιους θεούς, και οι Δρυάδες, οι Νύμφες των δένδρων, ουσιαστικά προσωποποίηση της βλάστησης (εικ.14).
Εικ. 14
Ας δούμε τί μας λέει ως εδώ ο μύθος: Η Γαία γεννά μόνη τον Ουρανό, κατόπιν ζευγαρώνει με το παιδί της – από μητέρα γίνεται σύζυγος – και κάνει μαζί του πολλά παιδιά. Στη συνέχεια φθείρει το σύζυγο και από το προϊόν της φθοράς του γονιμοποιείται και ξαναγίνεται πάλι μητέρα. Ο μύθος αποτυπώνει κρυστάλλινα τη διαδικασία διαρκούς ανανέωσης της Φύσης.
Θα παρακολουθήσουμε στη συνέχεια την ίδια διαδικασία να αποτυπώνεται και στη γενεαλογία των Ολυμπίων θεών. Τα τελευταία παιδιά του Ουρανού, ο Κρόνος και η Ρέα, ήταν αδέλφια, αλλά σύμφωνα πάντα με τον μύθο, έσμιξαν και έγιναν ζευγάρι, που γέννησε έξη παιδιά. Την πρωτότοκη Εστία, μετά τη Δήμητρα, ύστερα την Ήρα, και κατόπιν με τη σειρά τον Άδη, τον Ποσειδώνα και τον Δία (εικ.15).
Εικ. 15
Η γη και η φύση ανανεώνεται μαζί με τα γεννήματά της σε κάθε κύκλο της ζωής, γι’ αυτό στο μύθο εμφανίζεται ως μητέρα και ως κόρη, αλλά και ως αδελφή άλλων γεννημάτων. Και πράγματι, βλέπουμε στη συνέχεια της Θεογονίας ότι η Ρέα, κόρη της Γαίας, είναι ουσιαστικά μια ανανέωσή της. Ο Κρόνος γνωρίζει με χρησμό ότι θα καθαιρεθεί από τα παιδιά του – είναι η κάθοδος στον Άδη για να αναδυθεί η νέα ζωή – και, για να το αποφύγει, καταβροχθίζει τα παιδιά του μόλις γεννιώνται. Η Ρέα στη διαδικασία αυτή παίζει τον ίδιο ρόλο που έπαιξε η Γαία στον ακρωτηριασμό του Ουρανού. Η Γαία ήταν αυτή που προκάλεσε τη φθορά του Ουρανού δίνοντας στον Κρόνο το δρεπάνι. Και η Ρέα ήταν επίσης αυτή που προκάλεσε της πτώση του Κρόνου, με ένα τέχνασμα αυτή τη φορά. Κατά τον μύθο η Ρέα για να σώσει το στερνοπαίδι της τον Δία, τον έκρυψε σε μια σπηλιά και ξεγέλασε τον Κρόνο δίνοντάς του να καταπιεί αντί για το παιδί μια πέτρα τυλιγμένη στα σπάργανα (εικ.16). Έτσι ο Ζευς επέζησε, καθαίρεσε τον Κρόνο και τον ανάγκασε να εξεμέσει και τα αδέλφια του – κάθοδος στον και ανάδυση από τον Άδη – που αυτός είχε προηγουμένως καταβροχθίσει. Θα δούμε στο Κεφάλαιο 2 (βλ. πιο πάνω σημ.1) ότι και ο Ζευς αντιμετώπισε τον κίνδυνο της καθαίρεσής του από ένα του παιδί, που στο μύθο εξέφραζε τον αδήριτο κανόνα της ανανέωσης μέσα από τη φθορά.
Εικ. 16
Ο Ζευς με την αδελφή του την Ήρα έγιναν, όπως και Κρόνος με τη Ρέα, ζευγάρι. Από το ζεύγος αυτό, αλλά και από ενώσεις του Δία με άλλες θεότητες που αποτελούσαν στην ουσία, όπως η Ήρα, η Ρέα και η Γαία, παραλλαγές της πρωταρχικής μητρικής θεάς της Φύσης, προέκυψε η δεύτερη γενιά των Ολυμπίων θεών, για τους οποίους γίνεται αναλυτικός λόγος στα επόμενα κεφάλαια. Ο Ζευς και η Ήρα γέννησαν τον Ήφαιστο (εικ.17).
Εικ. 17
Σύμφωνα με τον μύθο όμως, η πρώτη γυναίκα – ή πάντως ερωμένη – του Διός ήταν η Μῆτις. Η Μήτις ήταν και αυτή, όπως και ο Ζευς, παιδί ενός ζεύγους Τιτάνων. Την γέννησαν ο Ωκεανός και η Τηθύς (βλ. εικ.12). Οι πράξεις που της απέδιδε ο μύθος δείχνουν ότι αποτελούσε μια άλλη μορφή της Γαίας ή της Ρέας. Έλεγαν ότι ήταν αυτή που βοήθησε τον Δία να ξαναφέρει στη ζωή τα αδέλφια του που είχε καταβροχθίσει ο Κρόνος, προμηθεύοντάς τον με το φάρμακο με το οποίο τον έκαμε να τα εξεμέσει. Η Μήτις με το φάρμακο ενεργοποίησε δηλαδή μια αναγέννηση, όπως η Γαία με το δρεπάνι και το αίμα του ακρωτηριασμένου Ουρανού προκάλεσε νέες γεννήσεις. Αλλά και όταν από την ένωσή της με τον Δία η Μήτις κυοφορούσε ήδη την Αθηνά, η Γαία και ο Ουρανός πληροφόρησαν τον Δία ότι το παιδί που αυτή θα γεννούσε επρόκειτο να τον καθαιρέσει. Και ο Ζευς, με συμβουλή της Γαίας ή της ίδιας της Μήτιδος, κατάπιε την έγκυο (εικ.18), όπως ο Κρόνος τα παιδιά του. Τη συνέχεια του μύθου θα την δούμε στο κεφάλαιο για τη θεά Αθηνά, όμως με όσα ήδη λέχθηκαν εδώ η ουσιαστική σύμπτωση των ιδιοτήτων της Μήτιδος με αυτές τη μητέρας θεά της Φύσης είναι σαφής. Η λέξη μῆτις, που αποτελούσε και το όνομα της θεάς, σήμαινε τη σοφία και την πρόνοια, βασικά δηλαδή χαρακτηριστικά της μητέρας φύσης.
Εικ. 18
Άλλη μια ερωμένη του Διός, η Διώνη, προσωποποιούσε την ίδια θεϊκή ουσία με τις προηγούμενες. Ήταν κόρη του Ουρανού και της Γαίας, αδελφή της Ρέας και της Τηθύος, ή κατ’ άλλους κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος. Με τον Δία γέννησε τη θεά του Έρωτα την Αφροδίτη (εικ.19). Τη στενή σχέση με τον Δία δείχνει το όνομά της, από την ίδια ρίζα με εκείνο του θεού. Χαρακτηριστική για την προσωπικότητα της Διώνης, μητέρας της Αφροδίτης είναι η παραλλαγή του μύθου που έλεγε ότι η Αφροδίτη γεννήθηκε από τη γη που είχε γονιμοποιηθεί από τις σταγόνες αίματος ή τα ίδια τα ακρωτηριασμένα γεννητικά όργανα του Ουρανού.
Εικ. 19
Ένα τέταρτο ταίρι του Διός ήταν στο μύθο η Μαῖα, κόρη του Γίγαντα Άτλαντα και της θυγατέρας του Ωκεανού Πλειόνης. Το όνομά της αφήνει με περισσή διαφάνεια να αντιληφθεί κανείς τί ενσάρκωνε κι αυτή η μορφή του μύθου, που δεν ήταν άλλο από τη μεγάλη μητέρα Φύση. Η λέξη μαῖα σήμαινε την τροφό παιδιών, τη μαμή, την πεθερά, ακόμη και τη μητέρα. Ο Αισχύλος στις Χοηφόρους την χρησιμοποίησε ευθέως ως προσφώνηση της Γαίας (στ.44: ἰὼ γαῖα μαῖα, δηλαδή ω μάνα Γη). Με τη Μαία ο Ζευς έφερε στον κόσμο τον Ερμή (εικ.20).
Εικ. 20
Με μια πέμπτη γυναίκα ο Ζευς γέννησε δύο ακόμα θεούς της δεύτερης γενιάς των Ολυμπίων. Η Λητώ ήταν κι’ αυτή κόρη Τιτάνων, του Κοίου και της Φοίβης (εικ.12). Η αντιπαράθεσή της με την Ήρα, την οποία ο μύθος αποτύπωσε ως ζήλια της δεύτερης για την πρώτη και δημιουργία εμποδίων ώστε αυτή να μη μπορεί να γεννήσει – όπως θα δούμε αναλυτικά σε επόμενο κεφάλαιο – δείχνει ότι και αυτή η ερωμένη του Διός είχε όμοια με τις προηγούμενες θεϊκή ουσία. Η Λητώ γέννησε τελικά δίδυμα παιδιά, την Άρτεμη και τον Απόλλωνα, στη Δήλο (εικ.21), παρά τις προσπάθειες της Ήρας να την εμποδίσει.
Εικ. 21
Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, υπήρξαν και άλλες Θεογονίες. Η σημαντικότερη ήταν η Ορφική Θεογονία. Σύμφωνα με αυτήν ο πρωταρχικός πυρήνας του κόσμου ήταν το Ωόν, δηλαδή ένα αυγό, το οποίο δημιουργήθηκε από το Χρόνο. Αυτό το πρωταρχικό αυτό αυγό, το Ωόν, εκκολάφθηκε ο Φάνης ή Πρωτόγονος, ή Μήτις ή Έρως, ένα ερμαφρόδιτο φτερωτό όν (εικ.22) που δημιούργησε τον κόσμο. Το αυγό πάντως ως φορέας νέας ζωής εμφανίζεται και στους μύθους για τις περιπέτειες του Διός με θηλυκές μορφές της θεογονίας.
Εικ. 22
Ο θεός ερωτεύθηκε τη Νέμεση, κόρη της Νύκτας, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω. Αυτή για να τον αποφύγει μεταμορφώθηκε σε χήνα. Τότε ο Ζευς πήρε κι αυτός τη μορφή κύκνου και ενώθηκε μαζί της. Η Νέμεση γέννησε από την ένωση αυτή ένα αυγό, που το βρήκαν βοσκοί και το έδωσαν στη βασίλισσα της Σπάρτης Λήδα. Από το αυγό αυτό σύμφωνα με το σχετικό μύθο εκκολάφθηκαν η Ελένη και οι Διόσκουροι (εικ.23). Ο μύθος πάντως ουσιαστικά ταύτιζε τη Λήδα με τη Νέμεση, αφού και αυτήν γονιμοποίησε ο Ζευς με τη μορφή κύκνου.
Εικ. 23
Άλλες παρεμφερείς θεογονίες που αποδίδονταν σε μυθικά ή υπαρκτά πρόσωπα ήταν του Μουσαίου, μαθητή του Ορφέα, του Θάμυρη, μυθικού μουσικού, του Άβαρη, ημιμυθικού μάγου και θεραπευτή, του Επιμενίδη, ημιμυθικού κρητικού μάντη και καθαρτή, του Αριστέα, επικού ποιητή του 7ου π.Χ. αι., του Φερεκύδη, φιλοσόφου του 6ου π. Χ. αι. από τη Σύρο και άλλων.
_______________________________________________________________________________________
[1] Ο μυθικός κόσμος των αρχαίων Ελλήνων: Οι αρχαίοι θεοί και ο κόσμος τους.