Ο ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΖΩΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΙΑΣ από τον καθηγητή Β. Λαμπρινουδάκη
Τα στάδια της ζωής: Η γέννηση
Ο κύριος σκοπός του γάμου ήταν να αποκτήσει το ζευγάρι των πολιτών – γι’ αυτούς που δεν ήταν πολίτες, όπως οι δούλοι, δεν υπήρχε επίσημος γάμος – παιδιά, νόμιμους κληρονόμους, τους γνησίους. Η επίσημη φράση που έλεγε κατά το κλείσιμο της συμφωνίας του γάμου ο γαμπρός ήταν επ’ αρότω παίδων άγομαι γαμετήν, «παίρνω», δηλαδή, «τη νύφη για να σπείρω παιδιά». Ας δούμε λοιπόν τη διαδικασία της τεκνοποιίας.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης (εικ.1 αριστερά, ειδώλιο εγκύου κούκλας, κάτω το έμβρυο και το καπάκι που το σκέπαζε στην κοιλιά της, ιδιωτική συλλογή στo Τόκιο, Ιαπωνία / Lugano, Ελβετία, 1ος π.Χ. αι.) η έγκυος απολάμβανε τις φροντίδες όλου του γυναικωνίτη. Την πρόσεχαν να μη σηκώνει βάρη, να μην τρώει πολύ αλάτι γιατί πίστευαν περιέργως ότι δεν θα κάμει το παιδί νύχια, και να μην πίνει κρασί, γιατί δεν θα είχε τη δύναμη να γεννήσει. Οι προβλέψεις για το φύλο του παιδιού, όπως μέχρι πρόσφατα, στηρίζονταν σε αβέβαιες παρατηρήσεις: Αν το έμβρυο ήταν κινητικό από την τεσσαρακοστή μέρα της κύησης και η έγκυος είχε καλή επιδερμίδα περίμεναν αγόρι, αν όμως άρχιζε την κίνηση στους τρεις μήνες προφήτευαν κορίτσι.
Όταν οι πόνοι του τοκετού εμφανίζονταν, γινόταν προσευχή στις Ειλείθυιες, τις θεές που κρατούσαν ή απελευθέρωναν τη γέννα (εικ.1 δεξιά, γέννηση της Αθηνάς, αττικό αγγείο 6ου π.Χ. αι.). Παράλληλα άλειφαν τους τοίχους του σπιτιού με πίσσα για να κρατήσουν μακριά τα κακά πνεύματα.
Εικ. 1
Την επίτοκη ξεγεννούσε είτε μια ηλικιωμένη και πεπειραμένη γυναίκα του σπιτιού, είτε μια μαμή (εικ.2, επιτύμβιο μαμής Σκριβωνίας Αττικής, 2ος μ.Χ. αι., Όστια). Η γυναίκα γεννούσε γονατιστή στο δάπεδο ή καθιστή σε καρέκλα. Η μαμή άλειφε την κοιλιά της με λάδι και τη βοηθούσε στον έλεγχο της αναπνοής, καθώς και στην έξοδο του παιδιού πιάνοντάς το από το κεφάλι.
Εικ. 2
Όταν γεννιόταν το παιδί, η μαμή το άφινε στο έδαφος και παρατηρούσε αν κουνιόταν, έκλαιγε και ήταν αρτιμελές. Αν έκρινε ότι δεν ήταν υγιές, το άφινε να πεθάνει. Στην συχνότερη αντίθετη περίπτωση, αφού του έκοβε τον ομφάλιο λώρο με ένα όστρακο ή καλάμι, το έδινε στις υπηρέτριες να το πλύνουν με κρασί, μερικές φορές αλατισμένο για να γίνει δυνατό (εικ.3, σαρκοφάγος Ακράγαντος, 2ος μ.Χ. αι.).
Εικ. 3
Μετά το φάσκιωναν (εικ.4α, κρατήρας στην Ατλάντα, π. 330 π.Χ, Αίολος και Βοιωτός, παιδιά του Ποσειδώνα, παραδίδονται σε βοσκό για να εκτεθούν – β, επιτύμβια στήλη 4ου π.Χ. αι. στο Χιούστον, παιδί παραδίδεται στη [νεκρή] μητέρα) και το έδιναν στη μητέρα του (εικ.5 αριστερά, σαρκοφάγος Φλωρεντίας, 2ος μ.Χ. αι.) να το θηλάσει (εικ.5 δεξιά, τροφός, Ν. Υόρκη, 4ος π.Χ. αι. – μητέρα θηλάζουσα, Βοστόνη, 1ος π.Χ. αι.). Και στην αρχαιότητα όμως μερικές μητέρες προτιμούσαν να μη θηλάσουν, αναθέτοντας το παιδί σε τροφό, οπότε η διακοπή της γαλακτοφορίας γινόταν με επίδεση του στήθους.
Εικ. 4
Εικ. 5
Τη γέννηση του παιδιού πιστευόταν ότι εκτός από τις Ειλείθυιες παρακολουθούσαν και οι τρεις Μοίρες (εικ.6, λουτρό Αχιλλέα, ψηφιδωτό στην Πάφο, 4ος μ.Χ. αι.), η Κλωθώ, που με το αδράχτι της έφτιαχνε το νήμα της ζωής του νεογέννητου, η Λάχεσις με το σφαιρικό ωροσκόπιό της, που άπλωνε πάνω σ’ αυτό τις τύχες του, και η Άτροπος με τον πάπυρο του πεπρωμένου, που καθόριζε τη λήξη της ζωής.
Εικ. 6
Η γέννηση του παιδιού αναγγελλόταν στο κοινό με κρέμασμα στην θύρα του σπιτιού ενός κλαδιού ελιάς αν επρόκειτο για αγόρι ή μιας μάλλινης κορδέλας αν επρόκειτο για κορίτσι. Την πέμπτη ή έβδομη ημέρα μετά τη γέννηση γιορτάζονταν στο σπίτι τα αμφιδρόμια, που πήραν το όνομά τους από την βασική τελετουργική τους πράξη, που επέβαλλε στην τροφό να περιέλθει με το παιδί τρέχοντας τον οικογενειακό βωμό των εφεστίων και να το παραδώσει στην μητέρα του, η οποία, καθώς και όσοι είχαν λάβει μέρος στη διαδικασία της γέννησης, είχε εξαγνισθεί με λουτρό και ευχές. Ο δρόμος αυτός ήταν μια μαγική πράξη συμπυκνωμένης κυκλοφορίας του παιδιού στο σπίτι και επομένως ένταξής του στη λατρεία και τη ζωή της οικογένειας. – Τη δέκατη ημέρα ο πατέρας παρέθετε συμπόσιο, κατά το οποίο δινόταν το όνομα στο παιδί. Το όνομα ήταν συνήθως αυτό του παππού, που συνοδευόταν από το πατρώνυμο και το επίθετο του δήμου στον οποίο ανήκε η οικογένεια. Συχνά όμως οι αρχαίοι διάλεγαν και ονόματα με σημασία, όπως Πολυκράτης (πολύ ισχυρός), Δημοσθένης (ισχυρός στο λαό) και για κορίτσια Χρυσίς, Μέλισσα κ.ά.
Η αρχαία κοινωνία δεν ήταν σκληρή μόνο στα μη υγειά παιδιά. Μερικές φορές για διάφορους λόγους, κυρίως φτώχειας, το παιδί ήταν ανεπιθύμητο. Η έκτρωση, εφόσον γινόταν με τη συναίνεση του συζύγου ή του πατέρα, ήταν νόμιμη και γινόταν με διάφορα φυτά και φάρμακα (απήγανος, φλισκούνι, άρκευθος [αρδίτσι-κέδρος], ρόδι). Όμως δεν ήταν πάντοτε αποτελεσματική. Ο φόνος ενός παιδιού ήταν παράνομος, επιτρεπόταν όμως η εγκατάλειψή του με έκθεσή του στο δρόμο, ή στην εξοχή (εικ.4Α). Το μωρό το έβαζαν μέσα σε ένα καλάθι ή ένα αγγείο για προστασία (χυτρίζειν), με την ελπίδα ότι κάποιος θα το βρει και θα το πάρει για να το αναθρέψει. Το παιδί άλλοτε πέθαινε, άλλοτε πράγματι μαζευόταν από άτεκνα ζευγάρια, συχνά όμως και από δουλεμπόρους για να ανανεώσει το εμπόρευμά τους. Η φημισμένη εταίρα Νέαιρα ήταν ένα τέτοιο έκθετο παιδί (εικ.7). Στη Σπάρτη τα πράγματα ήταν ακόμη πιο σκληρά. Την απόφαση για το αν αξίζει το παιδί να ζήσει την έπαιρνε η γερουσία, στην οποία παρουσίαζε ο πατέρας το παιδί. Αυτά που κρίνονταν ανάξια τα εξέθεταν στους αποθέτας, μια τοποθεσία κοντά στον Ταΰγετο.
Εικ. 7